«ΜΠΟΡΕΙ ΣΤΑ ΜΕΡΗ σας οι πέτρες να μην είναι ζωντανές, αλλά εδώ γεννιούνται και μεγαλώνουν, γι’ αυτό είναι ζωντανές». Μια ανησυχητική δήλωση. Την κάνει ένας ιθαγενής από την πολιτεία Acre της Βραζιλίας και αναφέρεται, προφανώς, σε μια τοπική πεποίθηση. Εκ πρώτης όψεως, ο ανησυχητικός χαρακτήρας της δήλωσης έγκειται στο ότι υπάρχουν άνθρωποι τον 20ό αιώνα που πιστεύουν ότι οι πέτρες είναι ζωντανές. Ο σύγχρονος πολιτισμός έχει εγκαταλείψει προ πολλού τον ανιμισμό και η εκπαίδευση έχει αναλάβει να απαλλάξει τον κόσμο από την άγνοια και τις προκαταλήψεις.
Βεβαίως, η καλοπροαίρετη ανθρωπολόγος θα αποδώσει τη δήλωση σε ένα τοπικό σύστημα σημασιών και συμβόλων, που εκφράζει με λειτουργικό τρόπο τα φαινόμενα της καθημερινής ζωής. Κατά μία έννοια, η δήλωση είναι μεταφορική: Δεν αποδίδει στις πέτρες ζωή, αλλά την ικανότητα να μετασχηματίζονται. Αυτό «προφανώς» αφορά τα γεωλογικά φαινόμενα της περιοχής, που όπως γνωρίζουμε από την εποχή που ο Δαρβίνος περιηγείτο τη Νότια Αμερική εμφανίζουν εντυπωσιακά μεγαλύτερη ένταση από άλλες περιοχές του κόσμου. Άρα, αναφέρεται στις αλλαγές που προκαλεί στο φυσικό περιβάλλον η ηφαιστειακή δραστηριότητα και, από αυτή την άποψη, θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμα και «πρωτοεπιστημονική».
Ωστόσο, ο πραγματικά ανησυχητικός χαρακτήρας της δήλωσης βρίσκεται αλλού: Ο άνθρωπος που την εκφέρει, τη στιγμή ακριβώς που την εκφέρει, παραιτείται από κάθε αξίωση οικουμενικότητας. Οι πέτρες είναι ζωντανές εδώ. Αλλού μπορεί να μην είναι. Όχι επειδή οι πέτρες σε άλλα μέρη ανήκουν σε άλλο είδος, αλλά επειδή δεν είναι απαραίτητο ό,τι ισχύει σε μια περιοχή του κόσμου να ισχύει και οπουδήποτε αλλού. Μπορεί κάλλιστα να ισχύει πάντα, αλλά όχι παντού.
Αν δούμε τη δήλωση του κατοίκου της Acre υπό το πρίσμα της επιστημονικής μεθόδου λοιπόν, τότε πρόκειται για μια δήλωση που επέχει θέση τοπικού φυσικού νόμου. Είναι βέβαιο ότι πίσω από την πεποίθηση «είναι ζωντανές» υπάρχουν ακριβείς εμπειρικές παρατηρήσεις που αποτυπώνουν τον τρόπο με τον οποίο οι πέτρες μεγαλώνουν, τις ποσοτικές διαστάσεις του φαινομένου και τον τρόπο με τον οποίο αυτό επιδρά στο ευρύτερο περιβάλλον. Η τοπική γνώση είναι πάντα εξόχως εμπειρική. Τι σημαίνει όμως τοπικός φυσικός νόμος; Η αξίωση της οικουμενικότητας είναι σύμφυτη με την έννοια του φυσικού νόμου, όπως αυτή διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της δυτικής σκέψης. Η επιστήμη είναι ο ηγεμονικός λόγος που ενοποιεί τον κόσμο μέσω της αναγωγής του σε κανονικότητες που έχουν διαχρονική και υπερτοπική ισχύ. Αυτήν ακριβώς την παραδοχή αποσταθεροποιεί το «βλέμμα από την περιφέρεια»: Αν επιτρέψουμε στη ματιά του μη δυτικού να εισχωρήσει στο ιερό της επιστήμης, τότε η επίκληση της οικουμενικότητας χάνει την «αυτονόητη» γνωσιολογική της υπεροχή και μετατρέπεται σε όχημα επιβολής πολιτικής και πολιτιστικής ηγεμονίας στο όνομα μιας εξωανθρώπινης και αντικειμενικής «φυσικότητας».
Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 6, στις 3.12.2016.