Ψευδοεπιστήμες

ΣΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ σημειώματα ασχοληθήκαμε με τις θεωρίες συνωμοσίας και τους μύθους στην ιστορία της επιστήμης. Η τρίτη διάσταση που ορίζει το σύμπαν της «παρεκκλίνουσας» επιστήμης είναι οι ψευδοεπιστήμες. Οι ψευδοεπιστήμες είναι θεωρίες που ισχυρίζονται ότι διαθέτουν επιστημονική εγκυρότητα, αλλά στην πραγματικότητα είναι επινοήσεις ανθρώπων που αγνοούν ή παρακάμπτουν τις διαδικασίες επικύρωσης της επιστημονικής γνώσης. Ή είναι συστήματα γνώσης που θεωρούνται ισοδύναμα με τομείς της δυτικής επιστήμης και ενίοτε έχουν καλύτερα αποτελέσματα από εκείνους.

Από τις τρεις διαστάσεις του σύμπαντος της «παρεκκλίνουσας» επιστήμης, οι ψευδοεπιστήμες είναι αυτές που εγείρουν τα περισσότερα προβλήματα όσον αφορά τη φύση και την κοινωνική οργάνωση της επιστήμης. Το πιο γενικό ερώτημα αφορά, ασφαλώς, τα κριτήρια βάσει των οποίων ξεχωρίζουμε την επιστήμη από την ψευδοεπιστήμη. Μολονότι θεωρητικά ο έλεγχος της μεθοδολογίας μπορεί να αποτελέσει τη λυδία λίθο, στην πράξη αυτό αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολο: Η Επιστημονική Επανάσταση, η ιδρυτική πράξη της νεότερης επιστήμης, χρωστάει τις εκλεπτυσμένες αστρονομικές θεωρίες της στην εργασία των αστρολόγων που θεωρούσαν ότι μπορούσαν να ανιχνεύσουν το ανθρώπινο πεπρωμένο στους ουρανούς, με τη χρήση μαθηματικών εργαλείων. Η εισαγωγή του πειράματος και η υιοθέτηση του ατομισμού, που πραγματοποιούνται την ίδια εποχή, χρωστάνε πολλά στο έργο των αλχημιστών, οι οποίοι αναζητούσαν τις μυστικές αρχές που κυβερνούσαν τη συμπεριφορά της ύλης. Πού σταματάει η ψευδοεπιστήμη και πού αρχίζει η επιστήμη; Ποιος ορίζει και με ποια διαδικασία το κρίσιμο σημείο μετά το οποίο η γνώση απαλλάσσεται από τις υποτιθέμενες στρεβλώσεις της και μετατρέπεται σε «έγκυρη» επιστημονική θεώρηση του κόσμου;

Στις αρχές του 20ού αιώνα έχουμε ένα φαινόμενο που μοιάζει με αντεστραμμένο είδωλο της παραπάνω διαδικασίας. Σε μια εποχή που η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν κυριαρχήσει ανεπίστρεπτα, κάνει την εμφάνισή του ένα ευρύ και πολύμορφο ρεύμα υπερβατικών αντιλήψεων για τον άνθρωπο και τον κόσμο, που έγινε γνωστό ως Θεοσοφία. Πλήθος λογίων και επιστημόνων προσχωρούν σε αυτό φέρνοντας μαζί και την επιστημονική και φιλοσοφική σκευή τους. Αυτό που είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι ότι βασική έγνοια όλων αυτών των ανθρώπων είναι να αποδείξουν ότι η εξωαισθητηριακή αντίληψη, η επικοινωνία με τα πνεύματα των νεκρών και η πρόγνωση του μέλλοντος είναι επιστημονικά τεκμηριωμένα γεγονότα. Ο θετικισμός της εποχής φτάνει στο απόγειό του όχι στα εργαστήρια των επιστημόνων, αλλά στα σαλόνια των θεοσοφιστών.

Αν βγάλουμε από το κάδρο έννοιες όπως «προκαταλήψεις», «ιδεοληψίες», «στρεβλώσεις» κ.λπ., που εξάλλου δηλώνουν και οι ίδιες μια θετική προκατάληψη υπέρ της επιστήμης, η σχέση των ψευδοεπιστημών με τις επιστήμες είναι ένα πολύ δύσκολο θεωρητικό πρόβλημα. Η διερεύνησή του μπορεί, μεταξύ άλλων, να συμβάλει στην κατανόηση του είδους της κοινωνικής εργασίας που απαιτείται για τη διατήρηση της επιστήμης στη θέση του μοναδικού εγγυητή της αλήθειας.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 27, στις 4.11.2017.