ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΑΣΕΙ καμιά εικοσαριά μέρες από τότε που συνέβη και το έχουμε ήδη ξεχάσει. Καλό είναι, όμως, να μην ξεχνάμε και να μην συνηθίζουμε. Το συμβάν αφορούσε μια ηλικιωμένη γυναίκα που έκλεψε κάποια προϊόντα από ένα κατάστημα Lidl. Οι υπεύθυνοι του καταστήματος τη συνέλαβαν, την παρέδωσαν στην αστυνομία και υπέβαλαν μήνυση. Όταν το πράγμα μαθεύτηκε υπήρξε αντίδραση από τον κόσμο. Τόσο στον τύπο όσο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης υποστηρίχτηκε ότι επρόκειτο για μια φτωχή γυναίκα, η οποία έκλεψε από ανάγκη λίγο τυρί και λίγο κρέας. Η αλυσίδα θα μπορούσε να αποσύρει τη μήνυση και το πράγμα να τελειώσει εκεί. Η επιχείρηση, όμως, επέμεινε στη στάση της –έκλεψε, άρα έπρεπε να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του νόμου– και μόνο όταν η κατακραυγή διογκώθηκε υπέρμετρα απέσυρε τη μήνυσή της.

Anthony Falbo, At the pizzeria | falboart.com
Δεν μπορώ να μην σκεφτώ ότι το Lidl είναι γερμανική επιχείρηση. Και δεν μπορώ να μην σκεφτώ την εξόφθαλμη ομοιότητα αυτού του περιστατικού με τον τρόπο που η Γερμανία της Μέρκελ και του Σόιμπλε κυβέρνησε την Ευρώπη σε όλη τη διάρκεια της πρόσφατης οικονομικής κρίσης: Πρέπει να εφαρμόζουμε τους κανόνες. Κατανοούμε τα δεινά που μπορεί να επιφέρουν τα μέτρα σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού και τη δυσφορία που κάτι τέτοιο συνεπάγεται· ωστόσο, πρέπει να καταλάβετε ότι το μακροπρόθεσμο συμφέρον της χώρας σας βρίσκεται στην πάση θυσία εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων. Και για να γίνει αυτό χωρίς τις παλινωδίες και τα παζαρέματα που χαρακτηρίζουν τον πολιτικό βίο των νοτίων, η κοινωνία πρέπει να μετασχηματιστεί κατά τρόπον ώστε η εφαρμογή των κανόνων να εγγραφεί στην ίδια τη δομή της. TANE (η γερμανίδα αδελφή της TINA): There are no exceptions!
Όμως, υπάρχουν κανόνες για την εφαρμογή των κανόνων; Ο αυστριακός φιλόσοφος Ludwig Wittgenstein έγραφε στις Φιλοσοφικές Έρευνές του: «Το παράδοξό μας ήταν τούτο: ένας κανόνας δεν μπορεί να προσδιορίσει κανένα τρόπο εκτέλεσης της πράξης, γιατί κάθε τρόπος μπορεί να γίνει συμβιβαστός με τον κανόνα. Η απάντηση ήταν: αν καθετί μπορεί να γίνει συμβιβαστό με τον κανόνα, μπορεί εξίσου και να συγκρουσθεί με αυτόν. Και, άρα, εδώ δεν υπάρχει ούτε συμβιβασμός ούτε σύγκρουση […] Γι’ αυτό το να ‘ακολουθείς τον κανόνα’ είναι μια πρακτική. Και το να νομίζεις πως ακολουθείς τον κανόνα δεν είναι το να τον ακολουθείς. […] Το να ακολουθείς έναν κανόνα είναι ανάλογο με το να ακολουθείς μια προσταγή. Μας εξασκούν να υπακούμε και να αντιδρούμε σ’ αυτόν με ορισμένο τρόπο. Αλλά τι γίνεται αν στην προσταγή και στην εξάσκηση ο ένας αντιδρά έτσι και ο άλλος αλλιώς; Ποιος έχει δίκιο;» (§201, 202, 206· μετάφραση Παύλος Χριστοδουλίδης). Το ερώτημα, επομένως, δεν είναι ποιος είναι ο κανόνας και ποιος τον ακολουθεί, αλλά ποιος ερμηνεύει τον κανόνα και ποιος αποφασίζει τι συνιστά συνεπή εφαρμογή του.
Αναφορές
Wittgenstein, L. (1977). Φιλοσοφικές Έρευνες, μετάφραση Π. Χριστοδουλίδης. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση.
Kripke, S. (1982). Wittgenstein on Rules and Private Language. Κέιμπριτζ, MA: Harvard University Press.
McDowell, J. (1984). Wittgenstein on following a Rule. Synthese 58(4), 325-363.
Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 128, στις 5 Μαρτίου 2022.