ΤΟ ΕΠΕΙΓΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ
Τις τελευταίες μέρες γίνεται πολλή συζήτηση σχετικά με το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο: διαπίστωση προβλημάτων, εξαγγελίες από την κυβέρνηση, θετική ανταπόκριση από τη διοίκηση του ΕΑΠ. Καταρχάς, είναι βεβαίως θετικό ότι το ΕΑΠ βρίσκεται στις ειδήσεις, ότι, όπως φαίνεται, θα αποτελέσει θέμα συζήτησης στο πλαίσιο της γενικότερης προβληματικής για την αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο άνοιξε η συζήτηση είναι, κατά τη άποψή μου, στρεβλός. Η (πενηντάχρονη πλέον) Μαφάλντα είχε επισημάνει κάποτε με τη χαρακτηριστική παιδική της αφέλεια ότι «το σημαντικό δίνει πάντοτε τη θέση του στο επείγον». Κάπως έτσι μοιάζουν τα πράγματα με το ΕΑΠ. Το ζήτημα που κυριάρχησε είναι η κατάργηση της κλήρωσης και η δυνατότητα «ελεύθερης» πρόσβασης στα προπτυχιακά προγράμματα, ενώ από την άλλη πλευρά ακούστηκαν οι ενστάσεις όσων βλέπουν με επιφυλακτικότητα τον πιθανά χρησιμοθηρικό χαρακτήρα των σπουδών. Από την κυβέρνηση και τη διοίκηση του ΕΑΠ, πάλι, πολύς λόγος έγινε για το πρόβλημα των διοικητικών υπαλλήλων που αμείβονταν από το ΕΣΠΑ και την επείγουσα ανάγκη διοικητικής αναδιάρθρωσης του Ιδρύματος.
Ας μιλήσουμε για το ΕΑΠ, λοιπόν· αλλά, από πού θα πρέπει να ξεκινήσει η συζήτηση; Ποια είναι τα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν και με ποια σειρά; Και ποιοι είναι αρμόδιοι να τα απαντήσουν; Δυστυχώς, από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη ελάχιστοι και ελάχιστες έχουν γνώση του ΕΑΠ εκ των ένδον, και η ισχνή ακαδημαϊκή κοινότητα που συγκροτείται από το μόνιμο προσωπικό του πανεπιστημίου απέχει από την άρθρωση δημόσιου λόγου. Είμαι βέβαιος ότι όσο περνάει ο καιρός θα έρχονται στην επιφάνεια οι στρεβλώσεις ενός θεσμού που οικοδομήθηκε με αδιαφάνεια και απόλαυσε μια ιδιόμορφη πολιτική ασυλία επί πολλά χρόνια: τα αδιαφανή οικονομικά του, η τεχνητή διατήρησή του υπό την εποπτεία Διοικούσας Επιτροπής, αλλά και μικρότερες «αμαρτίες» όπως οι διαδικασίες στελέχωσης των υπηρεσιών του και οι όροι παραγωγής του εκπαιδευτικού υλικού. Όλα αυτά, ωστόσο, δεν θα πρέπει να μας κάνουν να χάσουμε από τα μάτια μας την ουσία. Και η ουσία είναι ότι το ΕΑΠ είναι ένα καινοτόμο εκπαιδευτικό εγχείρημα, το οποίο θα πρέπει να κατέχει κεντρική θέση σε οποιοδήποτε μελλοντικό σχεδιασμό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Αξιοθαύμαστοι άνθρωποι
Άλλοτε ρητά και άλλοτε υπαινικτικά τις τελευταίες μέρες διατυπώθηκε η άποψη ότι το ΕΑΠ είναι ένα πανεπιστήμιο «δεύτερης ευκαιρίας» – άποψη η οποία έχει εκφραστεί πολλές φορές και στο παρελθόν. Αυτό είναι λάθος∙ πιο λάθος δεν γίνεται. Το Ανοικτό Πανεπιστήμιο και η εξ αποστάσεως εκπαίδευση εν γένει είναι μια νέα μορφή εκπαίδευσης, η οποία ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες κοινωνικές ανάγκες. Το ποιες είναι αυτές οι ανάγκες (κάποιες από αυτές, τουλάχιστον) θα το δούμε στη συνέχεια. Ο ισχυρισμός, ωστόσο, ή έστω ο φόβος, που επίσης εκφράζεται κατά καιρούς, ότι η εξ αποστάσεως εκπαίδευση αποτελεί το μακρύ χέρι του καπιταλισμού στην εκπαίδευση απλοποιεί υπερβολικά μια κατάσταση που από τη φύση της είναι πολύμορφη και πολυεπίπεδη.
Νομίζω ότι το σωστό ερώτημα για να ξεκινήσουμε είναι: γιατί σπουδάζουν οι άνθρωποι στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο; Γιατί κάθε χρόνο συνωστίζονται στη θύρα της κληρωτίδας 40.000 άνθρωποι; Τι περιμένουν από τις σπουδές τους; Τι τους συμβαίνει στη διάρκεια των σπουδών τους και τι είδους εμπειρίες σηματοδοτεί η αποφοίτησή τους; Θα υποστηρίξω ότι οι άνθρωποι που αποφασίζουν να σπουδάσουν στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο επιθυμούν να επανεπινοήσουν τον εαυτό τους. Επιθυμούν να επαναπροσδιορίσουν με ουσιαστικό τρόπο τη σχέση τους με το κοινωνικό, το επαγγελματικό και το οικογενειακό τους περιβάλλον. Ας μην ακουστεί υπερβολικό: ακόμα και με την έμφυλη ταυτότητά τους. Πρέπει να το δει κανείς, να το ζήσει, για να το κατανοήσει. Η επιδίωξη της μεταμόρφωσης και του επαναπροσδιορισμού είναι σύμφυτη με την εμπειρία των σπουδών στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο για την πλειονότητα των φοιτητών και των φοιτητριών του – και αυτό σε πολλές περιπτώσεις περιλαμβάνει και την ενσυνείδητη αναθεώρηση των στερεοτυπικών συμπεριφορών του φύλου τους. Διασκεδάζοντας την ένταση που δημιουργεί η συγκεκριμένη επίγνωση, καμιά φορά μιλάμε με τους συναδέλφους για «κίνημα». Αν ανά πάσα στιγμή υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι που επιδιώκουν συνειδητά, και με κόστος, τη μεταμόρφωσή τους διαμέσου της εκπαίδευσης, τότε, ναι, πρόκειται για ένα ορμητικό υπόγειο ποτάμι που τρέχει κάτω από τα πόδια μας και δεν έχουμε αντιληφθεί τη δυναμική του.
Ας σημειωθεί ότι οι άνθρωποι αυτοί προέρχονται από κοινωνικές ομάδες που βιώνουν πιο έντονα τον αποκλεισμό (όχι κατ’ ανάγκη και ίσως όχι πρωτίστως τον ταξικό). Επίσης, ότι η πλειοψηφική παρουσία γυναικών στους περισσότερους κύκλους σπουδών ξαναθέτει ερωτήματα που έμοιαζαν απαντημένα εδώ και δεκαετίες. Και, τέλος, ότι η εμπειρία της φοίτησης στο ΕΑΠ είναι πάντοτε συλλογική και εμπλέκει ευρύτερα σύνολα ανθρώπων από εκείνους που έχουν ενεργή εκπαιδευτική σχέση με το Ίδρυμα.
Σε κάθε περίπτωση, το ΕΑΠ βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι επιλογών και προσδοκιών, οι οποίες υπερβαίνουν κατά πολύ το πλαίσιο μιας εκπαιδευτικής διαδικασίας που αποβλέπει στην απλή επανεκπαίδευση ή στην «παροχή δεύτερης ευκαιρίας» στους υποψήφιους φοιτητές και φοιτήτριες του.
«Διά βίου» τι;
Το δεύτερο ερώτημα που θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να απαντηθεί είναι: Τι θέση κατέχει το Ανοικτό Πανεπιστήμιο σε ένα μεταβαλλόμενο εκπαιδευτικό τοπίο; Η φύση των μεταβολών που εγκυμονούνται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση απαιτεί, ασφαλώς, μεγάλη συζήτηση, αλλά το βέβαιο είναι ότι η μορφή της παρεχόμενης εκπαίδευσης αλλάζει. Κεντρικά στοιχεία αυτής της αλλαγής είναι ο «ανοιχτός» χαρακτήρας της εκπαιδευτικής διαδικασίας και η ενθάρρυνση της «διά βίου μάθησης». Δεν πρέπει να έχουμε ψευδαισθήσεις για το είδος των κοινωνικών και οικονομικών διεργασιών που ανέδειξαν τις συγκεκριμένες προτεραιότητες. Ωστόσο, μια αριστερή παρέμβαση σε αυτά τα ζητήματα δεν συνεπάγεται την υπεράσπιση του «κλειστού» και «πεπερασμένου» πλαισίου σπουδών, μόνο και μόνο για να μην ευοδωθούν οι σχεδιασμοί του καπιταλισμού. Αντιθέτως, μια αριστερή παρέμβαση θα πρέπει να επιχειρήσει να εντοπίσει και να αναδιατυπώσει την ουσία αυτών των ζητημάτων. Τι σημαίνει να έχουν οι πολίτες διαρκή σχέση με την εκπαίδευση; Τι σημαίνει να είναι ελεύθεροι να επιλέξουν και να καλλιεργήσουν το αντικείμενο του ενδιαφέροντός τους; Τι σημαίνει να επιλέγουν την κατεύθυνση προς την οποία θα αλλάξουν και τον τρόπο με τον οποίο θα μεθοδεύσουν αυτή την αλλαγή;
Τα τελευταία χρόνια, έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στις διαδικασίες επανειδίκευσης με στόχο την εξασφάλιση εργασιακής ευελιξίας. Μεταπτυχιακά προγράμματα, σεμινάρια κατάρτισης και προγράμματα «διά βίου μάθησης» συντρέχουν τους πολίτες στην αναζήτηση δεύτερης ευκαιρίας σε μια αγορά που καταρρέει. Τι θα τους συνδράμει, όμως, σε έναν κόσμο που καταρρέει; Η όλο και μεγαλύτερη εστίαση σε τεχνικές και διοικητικές δεξιότητες οδηγεί στη καλειδοσκοπική διάθλαση του ίδιου του υποκειμένου της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Και εδώ είναι ακριβώς όπου ένα ανοικτό πανεπιστήμιο (σκοπίμως με πεζά) μπορεί να παίξει αποφασιστικό ρόλο. Ένα πανεπιστήμιο που είναι πάντοτε ανοικτό σε ανθρώπους που θέλουν να κατανοήσουν αυτό που τους συμβαίνει σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο· που θέλουν να συλλάβουν τη μεγάλη εικόνα στη γεωπολιτική, την οικονομία και την επιστήμη· που θέλουν να ανασκοπήσουν τις ιστορικές και πολιτισμικές διεργασίες που οδήγησαν στην τρέχουσα κατάστασή τους· που θέλουν να ψηλαφίσουν τα νήματα κατά μήκος των οποίων εκδιπλώνεται η δυναμική της μεταβιομηχανικής κοινωνίας.
Σε μια εποχή που οι ανθρωπιστικές σπουδές διώκονται με όλο και μεγαλύτερη ένταση, στο όνομα της μυωπικής εστίασης στις «ανάγκες της αγοράς», αλλά επίσης στο όνομα ενός αφελούς αναγωγισμού που μεταθέτει τις ανθρώπινες επιλογές στη σφαίρα του βιολογικού αυτοματισμού, το ανοικτό πανεπιστήμιο αποτελεί κρίσιμο εγχείρημα. Όχι ως καταφύγιο των διωκόμενων ανθρωπιστικών επιστημών, αλλά ως χώρος όπου, ακριβώς, αίρεται η διάκριση ανάμεσα στις ανθρωπιστικές και τις θετικές επιστήμες, προς όφελος μιας εκπαίδευσης προσανατολισμένης στην εποπτεία της ανθρώπινης κατάστασης και στην καλλιέργεια διαρκούς, κριτικού αναστοχασμού.
Τι σημαίνουν όλα αυτά πρακτικά; Σημαίνουν ότι πριν αρχίσουμε να συζητάμε για την ελεύθερη πρόσβαση στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο ή, έστω, παράλληλα με αυτή, θα πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε –για πρώτη φορά στα σοβαρά– τον χαρακτήρα του ΕΑΠ, τις σχέσεις του με τα άλλα ελληνικά πανεπιστήμια και τη θέση του σε έναν μακρόπνοο σχεδιασμό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Κυρίως, όμως, σημαίνουν ότι θα πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε το περιεχόμενο και τη διάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών του στο πλαίσιο μιας εκπαίδευσης που αποτελεί χώρο διασταύρωσης ανταγωνιστικών κοινωνικών στρατηγικών, με πλήρη επίγνωση της κρισιμότητας και του επείγοντος.
Δημοσιεύτηκε στα «Ενθέματα» της εφημερίδας η Αυγή, στις 6.12.2015.