Ο Καθρέφτης

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ γυρίζονται πολλές ταινίες που προσπαθούν να προσεγγίσουν ερωτήματα γύρω από τη φύση της συνείδησης, τη λειτουργία της μνήμης και το βίωμα του χρόνου. Αρκετές από αυτές φέρνουν στο προσκήνιο φιλοσοφικές, ψυχολογικές και γλωσσολογικές θεωρίες, που μέχρι πρότινος αποτελούσαν αντικείμενο συζήτησης αποκλειστικά ακαδημαϊκών συναθροίσεων. Το «Memento» του C. Nolan συνδιαλέγεται με τον εμπειρισμό του Locke, το «Mr. Nobody» του J. Van Dormael με τον συμπεριφορισμό του B. F. Skinner και το «Arrival» του D. Villeneuve με την υπόθεση Sapir-Whorf. Κι αυτά είναι μερικά μόνο παραδείγματα. Ο κινηματογράφος, όπως το έχει κάνει και στο παρελθόν, φέρνει τη φιλοσοφία στη δημόσια σφαίρα.

Ωστόσο, ο κινηματογράφος είναι διαφορετικός σήμερα. Είναι πιο εύγλωττος, πιο συγκεκριμένος, πιο κυριολεκτικός. Τα ερωτήματα διατυπώνονται με σαφήνεια, η διερεύνησή τους γίνεται με δεξιοτεχνία και συστηματικότητα και οι απαντήσεις ή η απουσία απαντήσεων συνοδεύονται, συνήθως, από συναισθηματική αποστασιοποίηση και την αποδοχή του τετελεσμένου. Και όταν δεν συμβαίνει το τελευταίο, έχουμε happy end που στηρίζονται στη βολονταριστική υπέρβαση της φυσικής αναγκαιότητας με τρόπο που καθησυχάζει μεν τον θεατή, αλλά υπονομεύει τη σοβαρότητα του ίδιου του κινηματογραφικού εγχειρήματος: το «Interstellar» του C. Nolan.

Ξαναείδα πρόσφατα τον «Καθρέφτη» του Αντρέι Ταρκόφσκι. Πρόκειται για μια από τις πιο δυσνόητες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Ανήκει στο είδος που ακροβατεί ανάμεσα στην επιστημονική φαντασία, το μεταφυσικό δράμα, την ψυχαναλυτική εξερεύνηση. Έχουν γραφτεί τόσα γι’ αυτή την ταινία που είναι αδύνατο να διατυπωθεί μια οριστική ερμηνεία. Ωστόσο, όταν κάποιος αφεθεί στη μαγεία της γραφής του Ταρκόφσκι μπορεί να προσπελάσει το σύμπαν του συναισθητικά. Ο ετοιμοθάνατος ποιητής ταξιδεύει πίσω στον χρόνο για να συναντήσει τον εαυτό του με τη μορφή του γιού του και το μέλλον του με τη μορφή του πατέρα του. Τα πρόσωπα που τον περιβάλλουν διατηρούν τη μορφή τους και αλλάζουν ρόλους αφήνοντας συγκεχυμένα αποτυπώματα στη ψυχή του. Η ταυτότητες που συντίθενται από αυτά τα αποτυπώματα είναι διαφορετικές και μονίμως διαφεύγουσες.

Η κίνηση του ήρωα στον χρόνο δεν είναι γραμμική, γιατί ο χρόνος δεν είναι γραμμή. Είναι ο καθρέφτης, ένα επίπεδο που αντανακλά τις αποσπασματικές στιγμές της ύπαρξης και σχηματίζει εικόνες του εαυτού παρακάμπτοντας τους συμβατικούς περιορισμούς της χρονικότητας. Η ύπαρξη, με αυτή την έννοια, είναι φευγαλέα και δεν υπάρχει καμία υπερβατική αρχή που να εγγυάται τη συνέχεια και τη μονιμότητά της. Ο Ταρκόφσκι δεν καταφεύγει σε φυσικά παράδοξα για να γεμίσει το υπαρξιακό κενό. Η απάντηση δεν βρίσκεται στη θεωρία της σχετικότητας ή την κβαντομηχανική, αλλά στην ποίηση. Μόνο η ποίηση μπορεί να μετατρέψει το φευγαλέο βίωμα σε ζωή, να ενσταλάξει νόημα στον χρόνο. Μόνο η ποίηση υπάρχει και μας κάνει να υπάρχουμε…

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 32, στις 13.1.2018.

Σκέψεις για το Αρχείο

1. Οι ιστορικοί της επιστήμης γνωρίζουν πολύ καλά τη σημασία του Αρχείου. Κατά μία έννοια, το αρχείο είναι το εργαστήριο του ιστορικού. Η συγκέντρωση και η συνδυαστική αξιοποίηση ιστορικών τεκμηρίων είναι η καλύτερη μέθοδος ανασύστασης του παρελθόντος. Αυτό ισχύει για όλους τους ιστορικούς, ασφαλώς, αλλά για τους ιστορικούς της επιστήμης ακόμα περισσότερο. Τα τεκμήρια που αφορούν το επιστημονικό έργο του παρελθόντος είναι κατά μείζονα λόγο κείμενα, σχέδια και όργανα, που σε πολλές περιπτώσεις τα παραλαμβάνουμε ήδη οργανωμένα όπως ήταν στην αρχική τους κατάσταση. Ένα εργαστήριο, η βιβλιοθήκη ενός επιστήμονα, μια συλλογή δειγμάτων: εύγλωττες μαρτυρίες.

Continue reading

Φανταστικοί χάρτες 2.0

ΣΚΗΝΗ πρώτη. Βαδίζω με το κινητό στο χέρι. Στην οθόνη παρακολουθώ το ίχνος της διαδρομής μου. Φτάνω σε ένα άχρωμο τοπίο, ένα παλιό λατομείο με σκουριασμένα μηχανήματα και μεγάλες λακκούβες γεμάτες βρώμικα νερά. Το σύστημα γεωεντοπισμού κοκκινίζει τις συντεταγμένες. Ανοίγω τον περιηγητή και συνδέομαι σε μια ιστοσελίδα. Στην οθόνη βλέπω το τοπίο να μεταμορφώνεται. Βρίσκομαι σε έναν άλλο τόπο και σε άλλο χρόνο. Γύρω μου υπάρχει μια πόλη που σφύζει από ζωή. Στέκομαι αόρατος μέσα στο πλήθος. Παρ’ όλα αυτά, ο ηχοτοπίο πλημμυρίζει τις αισθήσεις μου μεταβιβάζοντάς μου θραύσματα εμπειριών. Η φωνή της αφηγήτριας με καθοδηγεί στις επιλογές μου και είναι πρόθυμη να μου δώσει λεπτομέρειες για όποια πτυχή της καθημερινής ζωής επιλέξω από το μενού. Δεν είμαι ούτε εδώ ούτε εκεί. Η εμπειρία του παρελθόντος χρόνου δεν είναι πλήρης, αφού περιορίζομαι στον ρόλο του παρατηρητή, αλλά η γνώση μου γι’ αυτόν υπερβαίνει τη γνώση όσων τον έζησαν πραγματικά. Η εμπειρία του παρόντος δεν είναι πλήρης, αφού απέχω από την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον μου, αλλά ολοκληρώνεται με το βίωμα μιας χρονικότητας που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή με την απλή εποπτεία του φυσικού τοπίου. Έχω εισέλθει στον ψηφιακό χώρο.

ΣΚΗΝΗ δεύτερη. Επισκέπτομαι το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Στρίβω σε μια εσοχή και στέκομαι μπροστά σε μια καλλιτεχνική σύνθεση. Το σύστημα γεωεντοπισμού κοκκινίζει τις συντεταγμένες στην οθόνη του κινητού μου και ανοίγω τον περιηγητή. Βρίσκομαι στο εργαστήριο του καλλιτέχνη και τον ακούω να περιγράφει τη δουλειά του όσο ετοιμάζει ένα γλυπτό. Ακολουθώ τη διανομή των έργων του και βλέπω τις συνθέσεις του εγκατεστημένες σε διάφορα μουσεία ανά τον κόσμο. Με λίγες κινήσεις φτιάχνω έναν ψηφιακό εκθεσιακό χώρο που περιλαμβάνει τα έργα της επιλογής μου και εκτείνεται πέρα από τα συμβατικά γεωγραφικά πλαίσια καθενός από αυτά. Το «φυσικό» έκθεμα που βρίσκεται μπροστά μου αποτελεί μέρος αυτής της υβριδικής επικράτειας και αυτομάτως αρχίζει να μιλάει μια γλώσσα διαφορετική από εκείνη των μοναχικών εκθεμάτων.

Όλα αυτά θα μπορούσαν, σε κάποιο βαθμό, να γίνουν με ένα καλό βιβλίο ή με έναν καλό κατάλογο έκθεσης. Όμως, η αλήθεια είναι ότι η αμεσότητα και το εύρος της ψηφιακής εμπειρίας δεν μπορούν να συγκριθούν. Ας φανταστούμε έναν χώρο διάστικτο από τέτοιες «πύλες εισόδου». Η αρχαία αγορά και το εργαστήριο του καλλιτέχνη δεν μπορούν να προσπελαστούν απ’ οπουδήποτε, αλλά μόνο όταν βρεθούμε στο εγκαταλελειμένο λατομείο ή μπροστά στο συγκεκριμένο έκθεμα. Μόνο εκεί ενεργοποιείται η δυνατότητα που μας επιτρέπει να συνδυάσουμε την αμεσότητα του βιώματος με την ψηφιακή εμπειρία. Με αυτό τον τρόπο ο «φυσικός» χώρος γίνεται μέρος μιας υβριδικής διάταξης, όπου η έννοια της χρονικότητας και της τοπικότητας επανασημασιοδοτούνται προσφέροντας στα υποκείμενα εμπειρίες χωρίς ιστορικό προηγούμενο.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 14, την 1.4.2017.