Επιτελεστικότητα

ΕΓΡΑΦΑ ΣΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ σημείωμα ότι η εργασία που πραγματοποιούμε για την αναπαραγωγή του φύλου μας είναι ασταμάτητη. Αρχίζει τη στιγμή που  ξυπνάμε, καταλαμβάνει όλο τον χρόνο που είμαστε ενεργοί/ές και συνεχίζεται ακόμα και στα όνειρά μας. Ο λόγος είναι ότι το φύλο δεν είναι ποτέ οριστικά συντελεσμένο. Δεν είναι όνομα, που δίνεται στη βάπτιση και παραμένει αναλλοίωτο σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Το φύλο πρέπει να το επιτελούμε, να το διεκδικούμε να το επιβεβαιώνουμε, ξανά και ξανά, ακόμα κι εκεί που «κανονικά» θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένο. Η αμέλεια να επιτελέσουμε το φύλο μας τιμωρείται με εξορία, απομόνωση, διαπόμπευση. Τι είδους γνώση, όμως, είναι αυτή που υπαγορεύει τη συγκεκριμένη εργασία; Γιατί σίγουρα μια τέτοια εργασία δεν είναι αποτέλεσμα της αυθόρμητης επιθυμίας του υποκειμένου να είναι κάτι. Είναι προϊόν μιας γνώσης που έχει επιτακτικό χαρακτήρα.

Η ΓΝΩΣΗ του φύλου αρθρώνεται σε τρία επίπεδα. Κατ’ αρχάς, είναι μια γνώση ταξινομική: τα άτομα κατατάσσονται στα δύο φύλα και αναπαρίστανται ως υποκείμενα τα οποία, «από τη φύση τους», διαθέτουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και συμπεριφορικές προδιαθέσεις. Η γνώση αυτή αφορά το σύνολο της κοινωνίας και αποτελεί το υπόστρωμα της υποκειμενοποίησης. Φτιάχνει έναν κλειστό, δυαδικό κόσμο, ο οποίος αντλεί τη νομιμότητά του από μια υπερβατική φυσική τάξη. Στο πλαίσιο αυτού του κόσμου είσαι ή το ένα ή το άλλο. Δεν μπορεί να μην είσαι τίποτα από τα δύο ή ένα τρίτο πράγμα.

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ επίπεδο γνώσης αφορά τη γνώση των συνεπειών της παρέκκλισης. Είναι η γνώση των μηχανισμών που περιφρουρούν τη νομιμότητα του εδραίου ταξινομικού συστήματος. Ο φόβος της τιμωρίας και της απομόνωσης αποτελούν τον πυρήνα αυτού του συστήματος γνώσης. Και είναι, ακριβώς, η ικανότητά μας να διαχειριζόμαστε τον φόβο, που μας ολοκληρώνει ως υποκείμενα: Συμμορφωνόμαστε, αλλά επίσης επινοούμε, παρακάμπτουμε, προσποιούμαστε. Αναπτύσσουμε στάσεις και συμπεριφορές απέναντι στο κυκλώπειο πατριαρχικό βλέμμα που εγκαθίσταται στον πυρήνα της ηθικότητάς μας, σαν ιός.

ΤΟ ΤΡΙΤΟ επίπεδο γνώσης αφορά την επιτέλεση καθεαυτήν: Τι πρέπει να κάνω για να επιβεβαιώσω το φύλο μου·  πώς πρέπει να φαίνομαι, να κινούμαι, να ντύνομαι, να εκφράζομαι, να συμπεριφέρομαι… Αυτό το είδος γνώσης –η γνώση του πώς– συνοψίζει τις δεσμεύσεις και τις επιταγές των προηγούμενων ειδών γνώσης και δίνει περιεχόμενο στην καθαυτό εργασία του φύλου: Συγκροτεί  την ακατάπαυστη καθημερινή κοπιώδη εργασία που χωρίζει τον κόσμο σε ομάδες με διαφορετικές υποχρεώσεις και δικαιώματα απέναντι στη ζωή. Πώς θα ήταν αν αυτή η εργασία αποκτούσε συνείδηση του εαυτού της; Αν σκεφτόταν τον κόσμο ως ένα πεδίο δυνατοτήτων όπου μπορεί να πραγματώσει πολύ περισσότερες μορφές από αυτές που της επιβάλλει η εδραιωμένη γνώση του φύλου; Ίσως τότε η επιτελεστικότητα γινόταν μια πραγματικά δημιουργική διαδικασία εξερεύνησης που θα κατέλυε τις εδραιωμένες ταξινομήσεις και θα μετέτρεπε τον κόσμο σε ένα φιλόξενο πεδίο αυτοπραγμάτωσης.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 152, στις 18 Μαρτίου 2023.

IMAGE CREDIT: Giovanni Battista Bracelli, Bizzarie di varie figure, 1624

Ανάμεσα

Η ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ αυτή αναρτήθηκε στον Παγκόσμιο Ιστό τη μαγική στιγμή 00:00. Τα μεσάνυχτα της 31ης Δεκεμβρίου 2021, τη στιγμή ακριβώς που τέλειωνε μία χρονιά και άρχιζε η επόμενη. Ασφαλώς, η ακρίβεια αυτού του ισχυρισμού είναι συζητήσιμη. Από αυστηρά επιστημονική άποψη, πάντα υπάρχει ένα περιθώριο σφάλματος, το οποίο είναι τόσο μεγαλύτερο όσο περισσότερες είναι οι συσκευές που συμμετέχουν σε μια μέτρηση – και στην προκειμένη περίπτωση αυτές οι συσκευές είναι πάρα πολλές. Επίσης, στη μέτρηση υπεισέρχεται η ταχύτητα μετάδοσης των σημάτων, η οποία εξαρτάται από ένα πλήθος παραγόντων, καθώς και από την κατάσταση του εκάστοτε παρατηρητή που εκτελεί τη μέτρηση. Από αυτή την άποψη, δεν θα ήταν λάθος να πούμε ότι η «μαγική στιγμή» 00:00 έχει κάποιο «πάχος». Όχι ακριβώς διάρκεια, αλλά έκταση: δεν είναι ένα σημείο, αλλά ένας χώρος ο οποίος προκύπτει από την απόθεση των διαφορετικών μετρήσεων σε μια περιοχή του χρόνου.

Katsushika Hokusai, Το μεγάλο κύμα έξω από την Kanagawa, c. 1830.

Συνήθως δεν δίνουμε σημασία στο εύρος των στιγμών. Θεωρούμε ότι είναι σημεία, τα οποία μεσολαβούν ανάμεσα σε ένα πριν και ένα μετά. Μεταβάσεις που παύουν να έχουν ενδιαφέρον από τη στιγμή που θα επιτευχθεί ένα αποτέλεσμα με μονιμότητα. Αυτό που έχει πραγματικά σημασία είναι κάτι που διαθέτει όνομα και χαρακτηριστικά, τα οποία διατηρούνται αναλλοίωτα για ένα εύλογο χρονικό διάστημα. Μετά επέρχεται και πάλι η αλλαγή, η οποία δεν είναι παρά μια (πολυπαραγοντική, ομολογουμένως) διαδικασία μετάβασης σε μια νέα κατάσταση. Και αυτή η διαδικασία, επομένως, θα χάσει τη σημασία της από τη στιγμή που η μετάβαση θα ολοκληρωθεί και θα επιτευχθεί η νέα μονιμότητα. Και ούτω καθεξής: Ο κόσμος, η ζωή μας, η Ιστορία είναι μια διαδοχή φάσεων, σταδίων, καταστάσεων. Όλα τα υπόλοιπα δεν είναι παρά στιγμιαίες ρήξεις στο συνεχές του χρόνου.

Η φιλοσοφία ανέκαθεν προσπαθούσε να τραβήξει την προσοχή μας στο γίγνεσθαι, στη μεταβατικότητα, στον διαδικασιακό χαρακτήρα της ύπαρξης. Ο δυτικός χριστιανικός πολιτισμός, όμως, αναζήτησε με επιμονή τα θεμέλιά του σε μια ουσιοκρατική αντίληψη του κόσμου που δίνει έμφαση στην απτότητα, τη μονιμότητα και τον καθορισμένο χαρακτήρα των όντων. Είτε προέκυψαν από το χέρι του Θεού είτε από την τυφλή φυσική αναγκαιότητα, τα πράγματα είναι αυτά που δίνουν νόημα στον κόσμο και κυρίως που τον κάνουν ανθρώπινο. Ποθούμε να ξεκουραστούμε στην αγκαλιά των πραγμάτων.

Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι αυτό δεν μας εμποδίζει να αναγνωρίσουμε πως τα πράγματα είναι και τα ίδια σε διαρκή μεταβολή. Τίποτα δεν μένει το ίδιο και τίποτα δεν διαρκεί για πάντα. Οι οργανισμοί γερνούν, τα αντικείμενα φθείρονται. Ωστόσο, αυτή η μεταβολή είναι μεταβολή των πραγμάτων. Αυτό που αλλάζει είναι το υλικό και η δομή της φυσικής τους σύστασης. Υπό αυτή την έννοια, τα πράγματα παραμένουν το θεμέλιο του κόσμου – η αλλαγή είναι πάθος της ύλης, όπως θα έλεγαν οι παλιοί αριστοτελιστές. Το να στρέψουμε την προσοχή μας στις στιγμές, το να δώσουμε οντολογική προτεραιότητα σε αυτό που συμβαίνει ανάμεσα σε διαδοχικές καταστάσεις, φάσεις και υποστασιοποιήσεις σημαίνει να αναγνωρίσουμε τη δύναμη της ίδιας της αλλαγής να δημιουργεί τον κόσμο: να αντιληφθούμε τα πράγματα όχι ως οιονεί μόνιμες καταστάσεις, αλλά ως φευγαλέες στιγμές μιας αέναης ροής που δεν ξεκουράζεται ποτέ και δεν έχει ανάγκη από ονόματα και ιδιότητες για να υπάρξει.

Καλή Χρονιά!

Αμφισημία

ΟΧΙ, η πληροφορία δεν παραβιάζει τους νόμους της θερμοδυναμικής. Στο προηγούμενο σημείωμα έγραφα ότι η πληροφορία, αντίθετα από την ύλη και την ενέργεια, είναι το μόνο πράγμα που αυξάνεται στο σύμπαν. Μπορεί, ασφαλώς, κάποιος να διαφωνήσει ισχυριζόμενος ότι η πληροφορία δεν είναι κάτι διαφορετικό από την ύλη και την ενέργεια – ότι είναι απλώς μία από τις μεταμορφώσεις της ενέργειας. Και κάποιος άλλος να του απαντήσει ότι η αναγωγή του νοήματος στην ενέργεια δεν είναι έγκυρη: «A unit of information is a difference which makes a difference», έγραφε ο George Bateson το 1972. Μολονότι ο ορισμός μοιάζει με τον ορισμό της διαφοράς δυναμικού που ευθύνεται για την παραγωγή έργου, η ενέργεια απουσιάζει εντελώς, και τη θέση της παίρνει το νόημα. Το θέμα μου, ωστόσο, δεν είναι ο πληροφοριακός δομικός ρεαλισμός του Luciano Floridi ούτε το «it from bit» του John Wheeler. Είναι η γνωσιολογική χρησιμότητα της αμφισημίας.

Τη δεκαετία του 1960 έκανε την εμφάνισή του ο όρος «δύο κουλτούρες», για να δηλώσει το χάσμα ανάμεσα στις θετικές, από τη μία πλευρά, και τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές, από την άλλη, επιστήμες. Η διάκριση, ασφαλώς, υπήρχε ήδη επί δεκαετίες και το ομώνυμο βιβλίο του C. P. Snow ήρθε απλώς να καταγράψει  το φαινόμενο. Από τη μια ο κόσμος του λόγου κι από την άλλη ο κόσμος του συναισθήματος· από τη μια ο κόσμος της αυστηρής μεθοδολογίας κι από την άλλη ο κόσμος της ενσυναίσθησης και της συμμετοχής· από τη μια ο κόσμος των αντικειμενικών φυσικών νόμων κι από την άλλη ο κόσμος των απρόβλεπτων ανθρώπινων φαινομένων. Η αντικειμενικότητα απέναντι στην ενδεχομενικότητα.

Στα χρόνια του μεσοπολέμου, ωστόσο, άρχισαν να αποκτούν κεντρική σημασία κάποιες αμφίσημες έννοιες: Η εμπειρία, ο χρόνος, η πληροφορία, η επικοινωνία. Η αμφισημία των συγκεκριμένων εννοιών έγκειται στο γεγονός ότι καθεμιά από αυτές ανήκει και στις δύο περιοχές –και στην περιοχή των θετικών και στη περιοχή των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών– αλλά σε κάθε περιοχή έχει διαφορετικό νόημα. Η εμπειρία της πειραματικής ψυχολογίας και η εμπειρία της Φαινομενολογίας. Ο  χρόνος του Αϊνστάιν και ο χρόνος του Bergson. Η πληροφορία των μηχανικών και η πληροφορία των γλωσσολόγων. Η επικοινωνία των πληροφορικών και η επικοινωνία των κοινωνιολόγων. Μολονότι πάντα υπήρχε διάλογος ανάμεσα στις δύο κουλτούρες, η έμφαση δόθηκε περισσότερο στην αυστηρή περιχαράκωση της κάθε έννοιας στο αντίστοιχο πεδίο, ώστε να μην συγχέεται με την ομώνυμή της στο άλλο πεδίο, παρά στην αξιοποίηση της διπολικής τους φύσης.

Θα μπορούσαμε, άραγε, να σκεφτούμε μια μορφή γνώσης που να κάνει το ακριβώς αντίθετο; Αντί, δηλαδή, να εκκινεί από τη διχοτόμηση και την εσωτερική οριοθέτηση των εννοιών, να θεμελιώνεται στην εξερεύνηση της ίδιας της αμφισημίας τους; Ποια θα ήταν η εικόνα του κόσμου που θα προέκυπτε από μια τέτοια επιστήμη;

Αναφορές
Bateson, G. (1972). Steps to an Ecology of Mind. New York: Ballantine Books.
Bergson, H. (1999). Duration and Simultaneity: Bergson and the Einsteinian Universe. Manchester: Clinamen Press Ltd 1999.
Floridi, L. (2008). A defense of informational structural realism. Synthese 161, 219-53.
Snow, C. P. (1962). The two cultures and the scientific revolution; the Rede lecture, 1959. Cambridge: Cambridge University Press.
Wheeler, J. A. (2018). Information, physics, quantum: The search for links. Στο A. J. G. Hey (επιμ.), Feynman and Computation. Exploring the Limits of Computers. Boca Raton, FL: CRC Press.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 123, στις 18 Δεκεμβρίου 2021.