Το τέλος της αποικιοκρατίας

ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ όταν μια μορφή τάξης, η οποία για να διατηρηθεί εξάγει εντροπία στο περιβάλλον της, βρεθεί αντιμέτωπη με μια άλλη δομή που κάνει το ίδιο; Το ερώτημα αφορά τις μεγάλες γεωπολιτικές ανακατατάξεις των οποίων είμαστε μάρτυρες, αλλά και την ιστορική ευθύνη των εμπλεκόμενων μερών. «Ιστορική ευθύνη»! Βαρύς και παλιομοδίτικος όρος. Ποιος μιλάει σήμερα για ιστορική ευθύνη; Σήμερα μιλάμε για «έρευνα και ανάπτυξη», για «καινοτομία» και «προκλήσεις». Το νεοφιλελεύθερο άρμα ξεχύνεται ορμητικά προς ένα προβλέψιμο και ελέγξιμο μέλλον.

Και όμως, αυτό το οποίο ζούμε –όχι μόνο τώρα, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά σε όλη τη διάρκεια του 21ου αιώνα– είναι προϊόν μιας νέας ιστορικής συνθήκης: Του τέλους –του πραγματικού τέλους– της αποικιοκρατίας. Η προσάρτηση, η χειραγώγηση και η εκμετάλλευση του μεγαλύτερου μέρους του κόσμου ήταν οι συνθήκες που επέτρεψαν στη Δύση να οικοδομήσει την ευημερία και τη δημοκρατική της πολιτεία, ανάγοντας, μάλιστα, τον εαυτό της σε οικουμενικό πολιτισμικό πρότυπο. Όταν όμως οι πρώην αποικίες αξίωσαν να συμμετάσχουν επί ίσοις όροις στον πλούτο που οι ίδιες δημιούργησαν, προέκυψε μια ιστορικά πρωτόγνωρη κατάσταση. Νέες και δυναμικές αστικές τάξεις, νέες εθνοπολιτισμικές ταυτότητες και νέες γεωπολιτικές διεκδικήσεις ήρθαν με επιτακτικότητα στο προσκήνιο.

Στις αρχές του 21ου αιώνα αυτό έγινε αντιληπτό ως προσωρινή εκτροπή από το modus operandi της εδραιωμένης τάξης. Έτσι, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες θεώρησαν ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν την απόκλιση από την «κανονικότητα» με την πυγμή – με τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Και η Ευρωπαϊκή Ένωση θεώρησε ότι μπορούσε να αντιμετωπίσει την αλλαγή της θέσης της στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη με την εφαρμογή της λιτότητας και της δημοσιονομικής πειθαρχίας στο εσωτερικό της. Δεν επρόκειτο για προσωρινή διαταραχή, όμως. Επρόκειτο για μια νέα πολιτική και πολιτισμική δυναμική που φύτρωσε στα ερείπια τεσσάρων αιώνων αποικιοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο που οι νέοι διεκδικητές της παγκόσμιας ηγεμονίας υιοθετούν μια εμφατικά αντιαποικιακή ρητορική, την ίδια στιγμή που θεμελιώνουν τις δικές τους αποικιακές βλέψεις.

Αν η αποικιοκρατία είναι αυτή που «έφτιαξε» τη Δύση την περίοδο της νεοτερικότητας, το τέλος της αποικιοκρατίας είναι αυτό που θα καθορίσει τη φυσιογνωμία της Δύσης κατά τη μετανεοτερική περίοδο. Οι πολιτικές πυγμής δεν μπορούν να εμποδίσουν –ίσως μάλιστα επιτείνουν– την απορρόφηση της εντροπίας που εξάγεται από τις νέες μορφές τάξης, οι οποίες διεκδικούν τη θέση τους στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων. Το θέμα είναι ότι αυτή η απορρόφηση της εντροπίας δεν γίνεται με ομοιογενή τρόπο από τις κοινωνίες της Δύσης. Αυτό σημαίνει ότι η νέα φάση στην οποία εισέρχεται ο δυτικός κόσμος δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τις αλλαγές των συνόρων και της γεωπολιτικής επιρροής του, αλλά και από την ένταση των αντιπαραθέσεων στο εσωτερικό του για τη διαχείριση του κόστους της αποαποικιοποίησής του. «Ο εσωτερικός πόλεμος συνεχίζεται· υπάρχουν παγίδες και κίνδυνοι στο εσωτερικό· ο εχθρός βρίσκεται εντός» (Κατιλιναϊκές Δημηγορίες, 2, 11).

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 130, στις 2 Απριλίου 2020.

Δομές έκλυσης

ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΗ Η ΕΜΜΟΝΗ με τους κανόνες; Στο προηγούμενο σημείωμα έγραφα ότι η γερμανικής έμπνευσης συνταγή αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης είχε ως βασικό άξονα την απαρέγκλιτη εφαρμογή των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας. Παρότι επιστημολογικά συζητήσιμη (ποιος ερμηνεύει τους κανόνες και ποιος αποφασίζει τι συνιστά συνεπή εφαρμογή τους;) η τήρηση των κανόνων τόσο στο πολιτικό όσο και στο οικονομικό επίπεδο αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί προτεραιότητα της ευρωπαϊκής πολιτικής. Η αλήθεια είναι ότι η θέσπιση και τήρηση κανόνων είναι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί η πολυπόθητη ευρωπαϊκή ενοποίηση. Χρειάζεται κάτι που να υπερκεράζει την πολυπολιτισμικότητα και τη διαφορετικότητα: καθ’ όλα σεβαστές και οι δύο, αλλά η ουσιαστική αναγνώρισή τους αποτελεί εμπόδιο στην εφαρμογή μιας ενιαίας φιλελεύθερης πολιτικής. Οι κανόνες, ως προϊόντα μιας επιστήμης που θεωρείται ουδέτερη και αντικειμενική, θεμελιώνουν μια ρητορική που υποτάσσει τις τοπικές αποκλίσεις στις προτεραιότητες της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής.

Στόχος των κανόνων είναι να εξασφαλίσουν την απαραίτητη ομοιογένεια, η οποία θα επιτρέψει στην Ευρώπη να οριοθετηθεί από τη μη Ευρώπη. Από την εποχή του Montesquieu αυτή ήταν η καταστατική επιδίωξη της Ευρώπης: Να οριοθετηθεί από το Άλλο και να αναδείξει τον εαυτό της ως οικουμενικό πολιτισμικό πρότυπο. Απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να δημιουργήσει σταθερές δομές που θα διασφαλίζουν τη συνοχή της και θα αποτυπώνουν πειστικά την πολιτισμική της ανωτερότητα. Για να γίνει αυτό, όμως, πρέπει να βρεθούν τρόποι ώστε η εντροπία, που φυσιολογικά τείνει να αυξάνεται στο εσωτερικό της, να διοχετεύεται στο περιβάλλον της. Παράγοντες που προκαλούν αταξία και αντιβαίνουν στο ενοποιητικό εγχείρημα πρέπει να κρατιούνται έξω από του «υγιές σώμα» της Ευρώπης.

Είναι τυχαίο άραγε που η ενωμένη Ευρώπη σε όλη τη διάρκεια του 21ου αιώνα περιβάλλεται από ένα μενταγιόν πολέμων και εξεγέρσεων; Αλγερία, Λιβύη, Αίγυπτος, Παλαιστίνη, Λίβανος, Συρία, Ιράκ – για να μην αναφέρουμε την πολύπαθη και εντός των τειχών πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβία. Η αύξηση της τάξης στο εσωτερικό της Ευρώπης αντισταθμίζεται από την αύξηση της αταξίας στο περιβάλλον της, όπως αυτό ορίζεται κάθε φορά ιστορικά: Η παλιά ιστορία της αποικιοκρατίας στις νέες γεωπολιτικές συνθήκες. Μάλιστα, αν ένα μέλος της ευγενικής συντροφιάς των κρατών του «πολιτισμένου κόσμου» απειλήσει να μετατραπεί σε παράγοντα μόνιμης αύξησης της εντροπίας, το «υγιές σώμα» της Ευρώπης διά στόματος σεβάσμιων πολιτικών και επιστημονικά καταρτισμένων τεχνοκρατών είναι πρόθυμο να το ακρωτηριάσει: Η περίπτωση της Ελλάδας.

Μόνο ένα πράγμα είναι ικανό να απειλήσει το αφήγημα αυτής της αποτελεσματικά οριοθετημένης και αδιατάρακτης ευημερίας. Το ενδεχόμενο μια άλλη δύναμη, η οποία προσπαθεί να εξασφαλίσει όρους σταθερότητας στο εσωτερικό της, να αρχίσει να εξάγει εντροπία προς την κατεύθυνση της Ευρώπης. Το ενδεχόμενο, δηλαδή, να μετατραπεί η ίδια σε μια εξωτερικότητα όπου διοχετεύεται η ένταση, η αταξία, η κοινωνική ανισότητα και ο πόλεμος. History is a bitch.

Αναφορές
Ίλυα Πριγκοζίν, Ιζαμπέλ Στέντζερς (2008). Τάξη μέσα από το χάος. Ο νέος διάλογος του ανθρώπου με τη φύση. Αθήνα: Κέδρος.
Marcello Verga (2008). European civilization and the ‘emulation of the nations’. Histories of Europe from the Enlightenment to Guizot. History of European Ideas, 34, 353–360.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 129, στις 19 Μαρτίου 2022.

IMAGE CREDIT: Ben Shahn, Liberation, 1945

Πληροφορία

ΜΠΟΡΕΙ ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ηδονής ή μια πράξη καλοσύνης να κάνει μεγαλύτερο το σύμπαν; Η εύλογη απάντηση είναι ένα συγκαταβατικό χαμόγελο και «λυπάμαι, όχι, αν και έτσι σε κάνουν να νιώθεις». Και όμως, εννοώ την ερώτηση κυριολεκτικά: με ποσοτικούς όρους. Η ιδέα είναι η εξής (και δεν περιορίζεται στην ηδονή ή στη καλοσύνη, που χρησιμοποιούνται προβοκατόρικα για να διατυπωθεί το ερώτημα): Ο κόσμος δεν είναι (δεν μπορεί να είναι) ίδιος πριν και μετά τη στιγμή που βιώνω ένα συναίσθημα ή εκτελώ μια πράξη. Μολονότι δεν ξέρω «πού πάει» αυτό το αίσθημα ούτε «την αντικειμενική αξία της πράξης μου», το λογικά βέβαιο είναι ότι ο κόσμος-μετά είναι διαφορετικός. Βεβαίως, αυτό είναι εύκολο να υποστηριχτεί, αν ταυτίσουμε τον κόσμο με την κοινωνία. Κάθε πράξη έχει συνέπειες και κάθε συναίσθημα τροποποιεί τη συμπεριφορά των υποκειμένων. Το ερώτημα, όμως, δεν αφορά την Κοινωνιολογία αλλά τη Φυσική.

Παράγεται κάποια νέα ποσότητα στο σύμπαν όταν βιώνω ένα συναίσθημα; Και πάλι η απάντηση είναι φαινομενικά απλή. Ασφαλώς και παράγονται διάφορες νέες ποσότητες. Τα ηλεκτρικά ρεύματα στον εγκέφαλό μου, οι ορμόνες που εκλύονται, η ενέργεια στους μύες μου… Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν παράγεται τίποτα νέο. Δεν προστίθεται τίποτα. Όσα συμβαίνουν στο σώμα μου είναι χημικές αντιδράσεις και μετατροπές ενέργειας. Η συνολική ποσότητα της ύλης και της ενέργειας στο σύμπαν παραμένει σταθερή και το μόνο που συμβαίνει είναι μετατροπές, μεταστοιχειώσεις, μετασχηματισμοί – καμιά παραγωγή νέας ύλης ή ενέργειας. Από αυτή την άποψη, ό,τι κι αν αισθανθώ, ό,τι κι αν κάνω δεν έχει καμιά σημασία για το σύμπαν. Όλα οδηγούνται σε έναν αδιατάρακτο ωκεανό ενέργειας, ο οποίος αργά ή γρήγορα θα απορροφήσει κάθε ικμάδα ζωής και δράσης.

Μπορούμε, όμως, να χρησιμοποιήσουμε κι ένα άλλο μέγεθος για να μιλήσουμε γι’ αυτά τα πράγματα: Την πληροφορία. Σύμφωνα με τον κλασικό ορισμό, η πληροφορία είναι «δομημένα δεδομένα με νόημα». Κάθε φορά που αισθάνομαι ή κάνω κάτι, δεν αυξάνεται το ενεργειακό περιεχόμενο του σύμπαντος, αλλά εμπλουτίζεται το νοηματικό του περιεχόμενο. Η παραγωγή πληροφορίας είναι μια κίνηση που μειώνει την εντροπία του συστήματος μέσω της παραγωγής νοημάτων. Μπορεί η ενέργεια που απαιτείται για την παραγωγή της πληροφορίας να προέρχεται από το σταθερό απόθεμα του σύμπαντος, αλλά η μορφή που αντιπροσωπεύει η πληροφορία είναι πάντοτε κάτι νέο, μια κίνηση που αντιστέκεται στην προοπτική του θερμικού θανάτου. Πέρα, επομένως, από την τάση της παραδοσιακής μεταφυσικής να ερμηνεύει την ενεργητικότητα της ζωής βάσει υπερβατικών αρχών και της νεοτερικής επιστήμης να παθητικοποιεί τη ζωή ανάγοντάς τη σε χημικές αντιδράσεις και μετατροπές ενέργειας, η έννοια της πληροφορίας μπορεί να προσφέρει το έδαφος για την εξερεύνηση της ίδιας της παραγωγικότητας της ζωής – της δυνατότητάς της, δηλαδή, να κάνει τον κόσμο μεγαλύτερο πολλαπλασιάζοντας τις μορφές που τον κατοικούν.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 122, στις 4 Δεκεμβρίου 2021.