Η Τεχνητή Νοημοσύνη στον δημόσιο διάλογο

Η χρησιμότητα μιας άχρηστης συζήτησης

ΕΙΝΑΙ ΑΧΡΗΣΤΗ η δημόσια συζήτηση για την Τεχνητή Νοημοσύνη; Ίσως ο χαρακτηρισμός είναι σκόπιμα υπερβολικός για να τραβήξει την προσοχή των αναγνωστών και αναγνωστριών. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ωστόσο, ότι πρόκειται για μια συζήτηση που, κατά το μάλλον ή ήττον, στηρίζεται σε παρανοήσεις.

Στον δημόσιο διάλογο, η παρουσία της ΤΝ αντιμετωπίζεται ως εισβολή, η οποία ενεργοποιεί φόβους ή προσδοκίες. Ο φόβος και η ελπίδα, όμως, είναι από τα μεγαλύτερα γνωσιολογικά εμπόδια – ιδίως η δεύτερη. Το ερώτημα αν θα ζήσουμε σε μια ουτοπία όπου οι μηχανές θα αναλάβουν να παράγουν τους υλικούς όρους της ύπαρξής μας είναι το ίδιο άχρηστο και ανούσιο με το ερώτημα αν θα ζήσουμε σε μια δυστοπία τύπου δικαστή Dredd, όπου η επιτήρηση και η προληπτική καταστολή θα εξουδετερώνει κάθε ελευθερία, δημιουργικότητα και αυθορμητισμό.

Και όμως, οι αποφάσεις, τόσο σε εταιρικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο κρατικής πολιτικής, λαμβάνονται ως επί το πλείστον σε αυτό το πλαίσιο σκέψης. Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι τα περισσότερα στελέχη της οικονομίας και της διοίκησης έχουν στρεβλή ή ελλιπή εικόνα για την ΤΝ. Πιθανότατα αυτό δεν θα αποτελούσε πρόβλημα, αν οι αποφάσεις τους αφορούσαν την υιοθέτηση της μιας ή της άλλης τεχνολογίας. Βέβαια, και σε αυτή την περίπτωση η επιλογή που θα γινόταν θα είχε περισσότερο ή λιγότερο σοβαρές συνέπειες. Η συζήτηση όμως για την ΤΝ είναι ιδιαίτερα σημαντική, επειδή δεν αφορά μια τεχνολογική αλλαγή, αλλά τη μετάβαση σε μια νέα κοινωνική συνθήκη. Υπό αυτή την έννοια, δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια ανταλλαγή απόψεων μεταξύ ειδικών που ξέρουν για τι πράγμα μιλάνε. Αφορά το σύνολο της κοινωνίας και οφείλει να διεξαχθεί με τρόπο που θα επιτρέψει στους πολίτες να κατανοήσουν τη συντελούμενη μετάβαση και να συμμετάσχουν στη λήψη των σχετικών τεχνοεπιστημονικών αποφάσεων. Εξού και ο τίτλος: Η χρησιμότητα (ή, αν θέλετε, η αναγκαιότητα) μιας (φαινομενικά) άχρηστης συζήτησης.

Για να γίνει αυτή η συζήτηση θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για δύο πράγματα: Α) Να παραμεριστούν οι παρανοήσεις και οι προκαταλήψεις που στέκονται εμπόδιο στην ορθή κατανόηση του τεχνοεπιστημονικού εγχειρήματος της ΤΝ. Β) Να τεθούν τα τεχνοκοινωνικά ζητήματα που αφορούν την ΤΝ σε όλη την ευρύτητά τους και με όσο το δυνατόν πιο συμπεριληπτικό τρόπο. Σε όσα ακολουθούν, θα επιχειρήσω απλώς να θέσω κάποια σημεία αυτής της συζήτησης, ελπίζοντας ότι συμβάλω στη διασφάλιση αυτών των δύο προϋποθέσεων.

Continue reading

Μαρτυρία

ΠΩΣ ΕΠΕΙΣΕ ο Γαλιλαίος τους συγχρόνους του για την εγκυρότητα των τηλεσκοπικών του παρατηρήσεων; Έγραφα στο προηγούμενο σημείωμα ότι οι συνάδελφοι του Γαλιλαίου, διακεκριμένοι καθηγητές Φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας τη στιγμή που ο ίδιος δεν ήταν παρά ένας χαμηλόμισθος καθηγητής μαθηματικών, αρνήθηκαν να κοιτάξουν μέσα από το τηλεσκόπιό του. Ό,τι κι αν έβλεπαν θα το ερμήνευαν είτε ως παραμόρφωση των φακών είτε ως «μετέωρο». Πρόκειται για ένα σοβαρό επιστημολογικό πρόβλημα, το οποίο στην πραγματικότητα δεν έχει λύση. Δύο άνθρωποι βρίσκονται μπροστά στην ίδια εικόνα, αλλά βλέπουν διαφορετικά πράγματα. Κι αυτό γίνεται, γιατί δεν βλέπουμε μόνο με τα μάτια μας, αλλά και με το μυαλό μας. Δεν μπορούμε να δούμε πραγματικά κάτι αν δεν διαθέτουμε τις κατάλληλες έννοιες και λέξεις για να το αντιληφθούμε, να το ταξινομήσουμε και να το εκφράσουμε. Άρα, τι χρησιμότητα έχει ένα απλό όργανο, όπως το τηλεσκόπιο του Γαλιλαίου; Ή, για να το διατυπώσουμε διαφορετικά, πότε ένα όργανο όπως το αναξιόπιστο τηλεσκόπιο του Γαλιλαίου γίνεται έγκυρο επιστημονικό όργανο;

Αυτή είναι μόνο μία από τις πολλές περιπτώσεις άλυτων επιστημολογικών γρίφων που συναντάμε στην Ιστορία της Επιστήμης. Ο Robert Boyle είναι λιγότερο γνωστός από τον Γαλιλαίο, αλλά η συμβολή του στη νεότερη επιστήμη υπήρξε εξίσου σημαντική. Μεταξύ άλλων, στον Boyle χρωστάμε την καθιέρωση του πειράματος ως έγκυρης γνωστικής διαδικασίας. Ο αντίπαλός του, Thomas Hobbes, ισχυριζόταν ότι τα συμπεράσματα που συνήγαγε ο Boyle από τη διεξαγωγή πειραμάτων δεν διέθεταν την αξιοπιστία και την εγκυρότητα των συμπερασμάτων που μπορούν να συναχθούν με τον μαθηματικό λογισμό. Ήταν έωλες γενικεύσεις επισφαλών εμπειρικών δεδομένων που αδυνατούσαν να συλλάβουν την πραγματική ουσία των υπό μελέτη φαινομένων. Πώς κατάφερε ο Boyle, σε πείσμα του χομπσιανού ορθολογισμού, να μετατρέψει την επισφαλή γνωσιολογική πρακτική του σε έγκυρη επιστημονική μέθοδο;

Η λύση και στις δύο περιπτώσεις προήλθε από την έξωθεν μαρτυρία. Ο Boyle κάλεσε στο εργαστήριό του gentlemen, οι οποίοι με την αμερόληπτη μαρτυρία τους εγγυήθηκαν την εγκυρότητα των πειραματικών του ευρημάτων, άρα και της μεθόδου του. Και ο Γαλιλαίος αξιοποίησε το διπλωματικό δίκτυο των Μεδίκων (την προστασία των οποίων είχε εξασφαλίσει ονομάζοντας τους δορυφόρους του Δία «Μεδικανούς Πλανήτες») για να μοιράσει τηλεσκόπια σε διάφορους ηγεμόνες της Ευρώπης: Αυτό που το μάτι της (κατά τεκμήριο φιλοσοφικά απαίδευτης) εξουσίας αντιλαμβάνεται ως αληθές δεν είναι εύκολο να αμφισβητηθεί από τους φιλοσόφους της Αυλής.

Στις κρίσιμες επιστημολογικές διαμάχες δεν υπάρχει αρχιμήδειο σημείο. Δεν υπάρχει κοινό έδαφος στο οποίο να μπορούν να πατήσουν οι αντιμαχόμενες πλευρές για να σταθμίσουν την εγκυρότητα των απόψεών τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η αποτελεσματική χρήση της πειθούς και η δημιουργία των κατάλληλων συμμαχιών παίζουν κρίσιμο ρόλο στον ορισμό της αλήθειας που θα θεμελιώσει τη νέα θέαση του κόσμου. Η επιστημονική αλλαγή είναι ένα πολύπλοκο παιχνίδι εξουσίας.

Αναφορές
Biagioli, M. (2006). Ο Γαλιλαίος αυλικός: Η πρακτική της επιστήμης στο πλαίσιο της κουλτούρας της απολυταρχίας (μτφρ. Η. Καρκάνης, επιμ. Μ. Ασημακόπουλος). Αθήνα: Κάτοπτρο.
Shapin, St. & Simon S. (1985). Leviathan and the Air-Pump: Hobbes, Boyle and the Experimental Life. Princeton: Princeton University Press.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 119, στις 23 Οκτωβρίου 2021.

Επικοινωνία της Επιστήμης

Ένα νέο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του ΕΑΠ

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ εγκαινιάζει ένα νέο μεταπτυχιακό πρόγραμμα. Ίσως πρόκειται για το πιο επίκαιρο και πιο αναγκαίο μεταπτυχιακό πρόγραμμα που θα μπορούσε να ιδρυθεί σε οποιοδήποτε πανεπιστήμιο σήμερα: ένα μεταπτυχιακό Επικοινωνίας της Επιστήμης. Στην πραγματικότητα, το πρόγραμμα είχε ιδρυθεί από τον Σεπτέμβρη του 2018 αλλά, για λόγους που μόνο να εικάσουμε μπορούμε, δεν μπήκε ποτέ στην ατζέντα της προηγούμενης Διοικούσας Επιτροπής του ΕΑΠ. Κατά μία έννοια, αυτή η καθυστέρηση υπήρξε ευεργετική: Η έναρξη λειτουργίας του προγράμματος συμπίπτει με μια απολύτως ιδιαίτερη κατάσταση στην κοινωνία, η οποία υπογραμμίζει εμφατικά την κρισιμότητα της Επικοινωνίας της Επιστήμης.

Τι είναι η Επικοινωνία της Επιστήμης; Ποιοι την κάνουν; Πώς την κάνουν; Εύκολο! Εκ πρώτης όψεως, Επικοινωνία της Επιστήμης είναι να «επικοινωνούμε» τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας στο ευρύ κοινό. Να ενημερώνουμε δηλαδή, σε μια επαρκώς απλοποιημένη γλώσσα, τους ανθρώπους που δεν συμμετέχουν στην παραγωγή της επιστημονικής γνώσης, για τα πορίσματα της επιστήμης και να τους εξηγούμε γιατί πρέπει να προσαρμόζουν τον ατομικό και συλλογικό βίο τους σε αυτά. Υπεύθυνοι για την εκλαΐκευση της επιστήμης είναι επιστήμονες με επικοινωνιακές δεξιότητες και δημοσιογράφοι με επιστημονικές γνώσεις. Οι άνθρωποι αυτοί αναλαμβάνουν δράσεις που μεταφέρουν τη γνώση στο κοινό, με στόχο να επιτύχουν τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις, προκειμένου η επιστήμη να μπορέσει να συνεχίσει το έργο της ανενόχλητη από τις λαϊκές προλήψεις και την αδικαιολόγητη καχυποψία των πολιτών.

ΕΥΤΥΧΩΣ, η Επικοινωνία της Επιστήμης δεν είναι τίποτα από αυτά. Και ένας καλός τρόπος να το καταλάβουμε αυτό είναι να ξεκινήσουμε από τη διαπίστωση ότι η επιστήμη δεν «επικοινωνείται», αλλά επικοινωνεί· για την ακρίβεια είναι επικοινωνία.

Continue reading