Άγνοια

ΣΚΕΦΘΕΙΤΕ: Τι δεν γνωρίζετε; Πολλά, είναι η αυθόρμητη απάντηση. Μια λίγο πιο στοχαστική απάντηση θα ήταν ότι αυτά που δεν γνωρίζουμε είναι απείρως περισσότερα από όσα γνωρίζουμε. Ο κόσμος της ανθρώπινης γνώσης είναι απέραντος κι ο καθένας από εμάς έχει πρόσβαση σε ένα απειροελάχιστο μέρος του. Αν σε αυτό προσθέσουμε το γεγονός ότι η ίδια η ανθρώπινη γνώση έχει πρόσβαση σε ένα απειροελάχιστο τμήμα της φυσικής πραγματικότητας, τότε ο καθένας από εμάς γνωρίζει ελάχιστα των ελαχίστων. Ζούμε σε έναν περιορισμένο και επισφαλή κόσμο γνώσης περικυκλωμένο από έναν ωκεανό άγνοιας.

Όμως, σκεφθείτε καλύτερα: Σίγουρα υπάρχουν πράγματα που δεν τα γνωρίζετε; Μπορεί να υπάρχουν πράγματα που δεν γνωρίζουμε την ύπαρξή τους, ή των οποίων δεν μας έχει απασχολήσει ποτέ η σύσταση ή η λειτουργία. Όμως, μόλις ακούσουμε τη λέξη, αμέσως στο μυαλό μας σχηματίζεται μια εικόνα γι’ αυτά. Δεν έχει σημασία αν είναι σωστή ή λάθος, αν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ή είναι απολύτως επινοημένη. Το πιθανότερο, μάλιστα, είναι αυτό που σκεφτόμαστε να μην έχει την παραμικρή σχέση με το πώς πραγματικά είναι αυτό στο οποίο αναφέρεται. Πώς λειτουργεί το νευρικό σύστημα; Τι μορφή έχει η μούχλα; Τι υπάρχει στον τρίτο γαλαξία αριστερά; Τι σημαίνει gavagai; Για όλα προκύπτει αυθόρμητα μια εικόνα, ένα νόημα, ένας μηχανισμός. Δεν μπορούμε να το εμποδίσουμε – είναι μια φυσιολογική λειτουργία του ανθρώπινου μυαλού, που αρνείται να παραδεχτεί ότι περιβάλλεται από έναν κόσμο χωρίς νόημα.

Υπό αυτή την έννοια, δεν υπάρχει κάτι για το οποίο δεν γνωρίζω τίποτα. Γνωρίζω τα πάντα. Στηριζόμενος σε μια αθεμελίωτη αρχή  ομοιομορφίας, χρησιμοποιώ το οικείο για να σχηματίσω πεποιθήσεις για το ανοίκειο. Ακόμα κι έτσι, βέβαια, η διάκριση ανάμεσα σε έγκυρη γνώση και πεποίθηση είναι σαφής. Γνωρίζω πραγματικά όταν ξέρω γιατί έχω μια συγκεκριμένη πεποίθηση για τον κόσμο και πώς την απέκτησα – όταν «γνωρίζω αιτιολογημένα», για να θυμηθούμε τον πλατωνικό Θεαίτητο. Γνώση και πεποίθηση, όμως, ανήκουν στο ίδιο είδος, με αποτέλεσμα και οι δυο μαζί να συγκροτούν μια συνεχή επικράτεια, ένα αδιάσπαστο γνωστικό plenum. Τι σημαίνει μαθαίνω στο πλαίσιο αυτής της ενιαίας γνωστικής περιοχής;

Αντίθετα από ό,τι συνήθως πιστεύουμε, η γνώση ποτέ δεν έρχεται να καλύψει ένα γνωστικό κενό. Επειδή απλούστατα δεν υπάρχει κανένα τέτοιο κενό. Η γνώση δεν είναι έλευση, προσθήκη ή φωτισμός· είναι  μετασχηματισμός. Είναι πάντα η τροποποίηση μιας πεποίθησης που ήδη έχουμε για τον κόσμο. Γι’ αυτό η γνώση δεν στηρίζεται μόνο στην πειστικότητα των επιχειρημάτων ή στην προφάνεια των εμπειρικών αποδείξεων που αφορούν το αντικείμενό της, αλλά και στον μετασχηματισμό του υποκειμένου της. Για να μάθω πρέπει να απελευθερωθώ από την καθησυχαστική βεβαιότητα του οικείου, να αναστοχαστώ κριτικά αυτό που θεωρώ δεδομένο και να διακρίνω τις ρωγμές από τις οποίες αναδύεται η δυνατότητα μιας διαφορετικής διευθέτησης της πραγματικότητας. Μαθαίνω σημαίνει ξεμαθαίνω.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 155, στις 28 Απριλίου 2023.

Image Credit: Joseph Wright of Derby, The Alchemist Discovering Phosphorus, 1795.

Επιτελεστικότητα

ΕΓΡΑΦΑ ΣΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ σημείωμα ότι η εργασία που πραγματοποιούμε για την αναπαραγωγή του φύλου μας είναι ασταμάτητη. Αρχίζει τη στιγμή που  ξυπνάμε, καταλαμβάνει όλο τον χρόνο που είμαστε ενεργοί/ές και συνεχίζεται ακόμα και στα όνειρά μας. Ο λόγος είναι ότι το φύλο δεν είναι ποτέ οριστικά συντελεσμένο. Δεν είναι όνομα, που δίνεται στη βάπτιση και παραμένει αναλλοίωτο σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Το φύλο πρέπει να το επιτελούμε, να το διεκδικούμε να το επιβεβαιώνουμε, ξανά και ξανά, ακόμα κι εκεί που «κανονικά» θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένο. Η αμέλεια να επιτελέσουμε το φύλο μας τιμωρείται με εξορία, απομόνωση, διαπόμπευση. Τι είδους γνώση, όμως, είναι αυτή που υπαγορεύει τη συγκεκριμένη εργασία; Γιατί σίγουρα μια τέτοια εργασία δεν είναι αποτέλεσμα της αυθόρμητης επιθυμίας του υποκειμένου να είναι κάτι. Είναι προϊόν μιας γνώσης που έχει επιτακτικό χαρακτήρα.

Η ΓΝΩΣΗ του φύλου αρθρώνεται σε τρία επίπεδα. Κατ’ αρχάς, είναι μια γνώση ταξινομική: τα άτομα κατατάσσονται στα δύο φύλα και αναπαρίστανται ως υποκείμενα τα οποία, «από τη φύση τους», διαθέτουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και συμπεριφορικές προδιαθέσεις. Η γνώση αυτή αφορά το σύνολο της κοινωνίας και αποτελεί το υπόστρωμα της υποκειμενοποίησης. Φτιάχνει έναν κλειστό, δυαδικό κόσμο, ο οποίος αντλεί τη νομιμότητά του από μια υπερβατική φυσική τάξη. Στο πλαίσιο αυτού του κόσμου είσαι ή το ένα ή το άλλο. Δεν μπορεί να μην είσαι τίποτα από τα δύο ή ένα τρίτο πράγμα.

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ επίπεδο γνώσης αφορά τη γνώση των συνεπειών της παρέκκλισης. Είναι η γνώση των μηχανισμών που περιφρουρούν τη νομιμότητα του εδραίου ταξινομικού συστήματος. Ο φόβος της τιμωρίας και της απομόνωσης αποτελούν τον πυρήνα αυτού του συστήματος γνώσης. Και είναι, ακριβώς, η ικανότητά μας να διαχειριζόμαστε τον φόβο, που μας ολοκληρώνει ως υποκείμενα: Συμμορφωνόμαστε, αλλά επίσης επινοούμε, παρακάμπτουμε, προσποιούμαστε. Αναπτύσσουμε στάσεις και συμπεριφορές απέναντι στο κυκλώπειο πατριαρχικό βλέμμα που εγκαθίσταται στον πυρήνα της ηθικότητάς μας, σαν ιός.

ΤΟ ΤΡΙΤΟ επίπεδο γνώσης αφορά την επιτέλεση καθεαυτήν: Τι πρέπει να κάνω για να επιβεβαιώσω το φύλο μου·  πώς πρέπει να φαίνομαι, να κινούμαι, να ντύνομαι, να εκφράζομαι, να συμπεριφέρομαι… Αυτό το είδος γνώσης –η γνώση του πώς– συνοψίζει τις δεσμεύσεις και τις επιταγές των προηγούμενων ειδών γνώσης και δίνει περιεχόμενο στην καθαυτό εργασία του φύλου: Συγκροτεί  την ακατάπαυστη καθημερινή κοπιώδη εργασία που χωρίζει τον κόσμο σε ομάδες με διαφορετικές υποχρεώσεις και δικαιώματα απέναντι στη ζωή. Πώς θα ήταν αν αυτή η εργασία αποκτούσε συνείδηση του εαυτού της; Αν σκεφτόταν τον κόσμο ως ένα πεδίο δυνατοτήτων όπου μπορεί να πραγματώσει πολύ περισσότερες μορφές από αυτές που της επιβάλλει η εδραιωμένη γνώση του φύλου; Ίσως τότε η επιτελεστικότητα γινόταν μια πραγματικά δημιουργική διαδικασία εξερεύνησης που θα κατέλυε τις εδραιωμένες ταξινομήσεις και θα μετέτρεπε τον κόσμο σε ένα φιλόξενο πεδίο αυτοπραγμάτωσης.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 152, στις 18 Μαρτίου 2023.

IMAGE CREDIT: Giovanni Battista Bracelli, Bizzarie di varie figure, 1624

Εργασία

ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ απόφοιτοι του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος είμαστε εξοικειωμένοι με την αστεία φράση «σηκώθηκα, νίφτηκα, ντύθηκα κι έφυγα για το σχολείο». Ίσως υπάρχει παρόμοια εκδοχή και για τους millennials. Πρόκειται, πάντως, για ένα είδος παγκόσμιας σταθεράς. Είναι ο τρόπος που τα παιδιά αρχίζουν να γράφουν τις πρώτες τους «εκθέσεις». Χωρίς λογοτεχνικές φιλοδοξίες και συγκεντρώνοντας την προσοχή τους στην καλλιγραφία και την ορθογραφία, οι μικροί συγγραφείς περιορίζονται αποκλειστικά στην περιγραφή. Δεν υπάρχουν συναισθήματα, προσδοκίες, ποικιλία, επινοητικότητα – μόνο η καθαρή, γυμνή περιγραφή. Κοινή για όλους, πλούσιους και φτωχούς, μικρούς και μεγάλους, αγόρια και κορίτσια. Τι άλλο θα μπορούσαν να κάνουν οι άνθρωποι όταν σηκώνονται από το κρεβάτι τους – εκτός φυσικά από αυτά που δεν μπορούν να κατονομαστούν;

Graham Sutherland, Standing Forms II, 1952.

Η αλήθεια είναι ότι στην ηλικία που γράφουν τις πρώτες τους εκθέσεις, τα παιδιά έχουν ήδη μάθει να κάνουν πολύ περισσότερα από το να σηκώνονται απλώς από το κρεβάτι τους. Δεν είναι, όμως, μια γνώση που την έχουν αποκτήσει συνειδητά γι’ αυτό και δεν γνωρίζουν πως την έχουν. Είναι αυτό που ονομάζουμε άρρητη γνώση, το είδος της γνώσης που μεταδίδεται μέσω της κοινωνικοποίησης και της ένταξης σε μια ομάδα και όχι μέσω της εκπαίδευσης και της απομνημόνευσης. Έχουν μάθει, λοιπόν, ότι πρέπει να σηκώνονται από το κρεβάτι με έναν συγκεκριμένο τρόπο, να κάνουν την τουαλέτα τους με συγκεκριμένο τρόπο, να κοιτάζονται στον καθρέφτη και να διορθώνουν την εμφάνισή τους προσέχοντας συγκεκριμένες λεπτομέρειες, να διακοσμούν την εμφάνισή τους με συγκεκριμένα προϊόντα και ότι φτάνοντας στο σχολείο θα πρέπει να είναι προετοιμασμένα για συγκεκριμένες μορφές αποδοχής και απόρριψης. Τα παιδιά κατέχουν ένα είδος γνώσης, που τους υπαγορεύει ένα συγκεκριμένο είδος εργασίας με το σώμα και με τη συμπεριφορά τους. Κι αυτή δεν είναι άλλη από τη γνώση του φύλου.

Η γνώση αυτή δεν σταματά, φυσικά, στην παιδική ηλικία. Το φύλο είναι μια γνώση που δεν επιλέγουμε να έχουμε, αλλά μας επιβάλλεται μέσω της κοινωνικοποίησής μας, κι αυτό συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Υποθέτω ότι δεν κομίζω γλαύκα εις Αθήνας λέγοντας ότι το φύλο δεν είναι ουσία, αλλά επιτέλεση. Ωστόσο, είναι τρομακτικό αν αναλογιστούμε πόση ενέργεια απαιτείται γι’ αυτή την επιτέλεση. Από τη στιγμή που ανοίγουμε τα μάτια μας, γινόμαστε –πρέπει να γίνουμε– το φύλο μας. Από τη στιγμή που ανοίγουμε τα μάτια μας αρχίζουμε να εργαζόμαστε για την αναπαραγωγή του φύλου μας. Η άλλη εργασία, αυτή που απαιτείται για την αναπαραγωγή των υλικών όρων της ύπαρξής μας, είναι ένα μικρό ποσοστό σε σύγκριση με την εργασία που αφιερώνουμε στην επιτέλεση του φύλου μας. Η εργασία για την αναπαραγωγή του φύλου δεν σταματά ποτέ! Γιατί αν σταματούσε –πολύ περισσότερο, αν γινόταν παιχνίδι– ποιος ξέρει τι είδους παράξενα λουλούδια θα φύτρωναν στις ρωγμές της στιβαρής αστικής κοινωνίας…

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 151, στις 4 Μαρτίου 2023.