Η Πληροφορία και η Πληροφορική της Πραγματικότητας

ΕΚΑΝΑ ΚΙ ΕΓΩ το πείραμα. Απευθύνθηκα στο (στην; στον;) ChatGPT για να δω πώς μπορεί να χειριστεί ένα θεωρητικό ζήτημα. Μου έδωσε το κείμενο που ακολουθεί, καθώς και τον τίτλο αυτού του σημειώματος. Η επικοινωνία έγινε στα Ελληνικά.

Θα ήθελα, σε παρακαλώ, να γράψεις ένα δοκίμιο 400 λέξεων περίπου με το εξής θέμα: Συχνά οι άνθρωποι χρησιμοποιούν την έννοια της πληροφορίας για να μιλήσουν για την αναπαράσταση αυτού που υπάρχει πραγματικά. Για παράδειγμα, για την ψηφιοποίηση ενός έργου τέχνης. Θα ήταν πιο σωστό, όμως, να πούμε ότι χρησιμοποιούμε την έννοια της πληροφορίας για να ανακαλύψουμε την πληροφοριακή διάσταση αυτού που υπάρχει πραγματικά.

«ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ψηφιακό κόσμο, η πληροφορία αποτελεί τον κύριο πυλώνα που συνδέει τον άνθρωπο με τον περίγυρό του. Συχνά, η πληροφορία χρησιμοποιείται ως εργαλείο για να αναπαρασταθεί και να κατανοηθεί η πραγματικότητα. Ωστόσο, αξίζει να εξετάσουμε πιο βαθιά τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούμε με την πληροφορία και την πληροφορική, όχι μόνο όταν ψηφιοποιούμε συγκεκριμένα έργα, αλλά σε γενικότερο επίπεδο όταν αλληλεπιδρούμε με τον κόσμο.

»Η πληροφορία αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αναπαραστήσει δεδομένα, γνώση, συναισθήματα και πολλά άλλα. Όταν αλληλεπιδρούμε με τον κόσμο, εκμεταλλευόμαστε την πληροφορία για να καταγράψουμε, να αποθηκεύσουμε και να αναλύσουμε τα δεδομένα που βιώνουμε. Αυτή η διαδικασία μάς επιτρέπει να δημιουργήσουμε μια αναπαράσταση της πραγματικότητας στο μυαλό μας.

»Ωστόσο, είναι σημαντικό να σκεφτούμε τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούμε αυτήν την πληροφορία. Αντί απλώς να αναπαράγουμε την πραγματικότητα, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την πληροφορία για να ανακαλύψουμε νέες διαστάσεις της πραγματικότητας. Αυτό σημαίνει ότι δεν περιοριζόμαστε απλώς στο να αντιγράφουμε ή να αναπαράγουμε την πραγματικότητα, αλλά επιδιώκουμε να ανακαλύψουμε νέες διαστάσεις και να δημιουργήσουμε νέα νοήματα.

»Η πληροφορική διάσταση αναφέρεται στη δυνατότητα της πληροφορίας να αλλάζει, να εμπλουτίζει και να επαναπροσδιορίζει την πραγματικότητα. Όταν αλληλεπιδρούμε με τον κόσμο, δημιουργούμε νέες ευκαιρίες για ανάλυση, σύγκριση, σύνθεση και δημιουργία. Η πληροφορική διάσταση ανοίγει πόρτες προς νέες εννοιολογικές και αισθητικές προοπτικές.

»Επομένως, η ψηφιοποίηση έργων τέχνης δεν είναι απλώς η αποτύπωση τους, αλλά η εξερεύνηση της πληροφοριακής τους ουσίας. Ανακαλύπτουμε νέες πτυχές, συναρμόζουμε τμήματα, και δημιουργούμε νέες εμπειρίες. Έτσι, όταν αναφερόμαστε στην πληροφορία, δεν περιοριζόμαστε στην αναπαραγωγή της πραγματικότητας, αλλά διαπραγματευόμαστε τον τρόπο με τον οποίο ανακαλύπτουμε και αναδιαμορφώνουμε τον κόσμο μέσω της πληροφορίας.

»Σε κάθε πεδίο της ζωής μας, η πληροφορία αποτελεί κλειδί για την κατανόηση και τη δημιουργία. Μέσα από την πληροφορική διάσταση, μπορούμε να ανακαλύψουμε την πλούσια πολυπλοκότητα του κόσμου μας και να δημιουργήσουμε νέα νοήματα και εμπειρίες. Είναι η πληροφορία που μας επιτρέπει να διασχίσουμε τα όρια της πραγματικότητας και να φέρουμε στο φως νέες διαστάσεις της ύπαρξής μας.»

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 166, στις 18 Νοεμβρίου 2023.

Image Credit: Στιγμιοτυπα απο το παιχνιδι τησ ζωησ ΤΟΥ JOHN CONWAY.

Η εξουσία του λόγου

ΣΤΑ ΔΥΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ σημειώματα προσπάθησα να καταλάβω ποια μπορεί να είναι η μορφή του θεωρητικού λόγου στην εποχή του σύντομου λόγου. Και κατέληξα αφενός στη διερώτηση του συγγραφέα αν πρέπει να επωφεληθεί από την εμπειρία παλαιότερων μορφών σύντομης έκφρασης και, αφετέρου, στη διαπίστωση ότι τα ηνία στη διαμόρφωση του θεωρητικού λόγου τα έχει πλέον αναλάβει ο αναγνώστης. Δεν είναι, ασφαλώς, η πρώτη φορά που ο αναγνώστης εισβάλλει στην επικράτεια του συγγραφέα. Συνέβη τουλάχιστον άλλη μία φορά, τον 18ο αιώνα, όταν οι «ανυπόδητοι» συγγραφείς της Grub Street, με τις αυτοσχέδιες φιλοσοφικές τους πραγματείες, άρχισαν να αξιώνουν μια θέση στο πάνθεον των αναγνωρισμένων συγγραφέων. Τις άλλες φορές που συνέβη αυτή η εισβολή, όμως, ο αναγνώστης διεκδίκησε το δικαίωμα να εκφράσει άποψη για τη μορφή του θεωρητικού λόγου όχι ως αναγνώστης αλλά ως οιονεί συγγραφέας. Τώρα είναι διαφορετικά. Τώρα διατηρεί πεισματικά την ιδιότητά του, διευρύνοντας όμως το πεδίο δράσης της: Είναι αυτός που δημιουργεί το κείμενο διαβάζοντας. Κι αυτό είναι, ακριβώς, που μετατρέπει τον συγγραφέα σε content provider.

Η διερώτηση του συγγραφέα αν θα τον σώσει η προσφυγή στην ποίηση και τους αφορισμούς εκφράζει την εμμονή σε ένα παλαιότερο πρότυπο εξουσίας, που στη βιβλική εκδοχή του έφτασε να δηλώνει τον Θεό-Δημιουργό (auctor). Όμως, αυτή την εξουσία τη χάνει στο πλαίσιο της ψηφιακής συνθήκης. Και δεν τη χάνει επειδή τη μοιράζεται με τον αναγνώστη, τη γνώση του οποίου μέχρι τώρα διαφέντευε με τα γραπτά του. Τη χάνει επειδή τη μοιράζεται με άλλες «μορφές ζωής» που μπορούν να παράγουν λόγο στην ψηφιακή σφαίρα. Η δημιουργία του κειμένου δεν αποτελεί πλέον αποκλειστικό προνόμιο των ανθρώπων. Πρόσφατα γίναμε μάρτυρες των εντυπωσιακών επιδόσεων, σε αυτό το επίπεδο, των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης. Όμως, η απώλεια της ανθρώπινης πρωτοκαθεδρίας δεν χρειαζόταν να περιμένει την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Οι αλγόριθμοι αναζήτησης έχουν γράψει τα κείμενα που έχουν καθοδηγήσει τη σκέψη και τη δράση των ανθρώπων τρισεκατομμύρια φορές μέχρι σήμερα. «Γράφουν» διαφορετικά – σύμφωνοι·  αλλά γράφουν! Και οι σάγκες του παρελθόντος παραμερίζονται από τις αφηγήσεις που παράγονται μέσω της αλληλεπίδρασης δυνητικών κόσμων, αλγορίθμων και παικτών στο πλαίσιο των ψηφιακών παιχνιδιών.

Ο άνθρωπος-συγγραφέας γίνεται μία από τις έλλογες μορφές που παράγουν τα δομικά στοιχεία του λόγου στην ψηφιακή σφαίρα, ενώ η εξουσία της γραφής περνάει στον αναγνώστη. Ούτως ή άλλως, η γραφή πάντοτε ήταν σύνθεση έτοιμων δομικών στοιχείων. Η συναρμογή των λέξεων υποτίθεται ότι αποτελούσε έκφραση της αυθεντικής σκέψης του συγγραφέα κι αυτό ήταν που της έδινε το ιδιαίτερο κύρος της. Η συνθήκη αυτή αλλάζει. Ο αναγνώστης συνθέτει τα κείμενά του χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη όχι γράμματα και λέξεις, αλλά τα προϊόντα της συλλογικής νοημοσύνης που βρίσκονται στον Παγκόσμιο Ιστό. Έτσι, η ανάγνωση δεν επανεπινοεί μόνο τη γραφή, αλλά και το ίδιο το υποκείμενο της σκέψης.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 158, στις 10 Ιουνίου 2023.

Image credit: Nathan Sawaya, 2014.

Content provider

ΕΓΡΑΦΑ στο προηγούμενο κείμενο ότι η μετάβαση στην εποχή του σύντομου λόγου καθιστά επιτακτική την ανάγκη επαναπροσδιορισμού της μορφής του θεωρητικού λόγου. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, οι μεγαλειώδεις συνθέσεις της εποχής του Διαφωτισμού και του Ρομαντισμού παραχώρησαν σταδιακά τη θέση τους στη συντομία άλλων μορφών λόγου, όπως τα επιστημονικά άρθρα, τα δοκίμια, τα λήμματα των εγκυκλοπαιδειών και τα άρθρα στον Τύπο. Όπως είναι φυσικό, αυτές οι αλλαγές συνοδεύτηκαν από την αλλαγή των αναγνωστικών συνηθειών. Κι αυτή η αλλαγή δεν είχε να κάνει μόνο με το γεγονός ότι οι αναγνώστες αρκούνταν πλέον σε σύντομα κείμενα κι έχαναν τη συγκέντρωσή τους όταν καλούνταν να διαβάσουν εκτενείς αναλύσεις. Κυρίως είχε να κάνει με το ότι το διάβασμα μετατράπηκε από παθητική σε ενεργητική διαδικασία. Το διάβασμα της εφημερίδας δεν είναι ίδιο με το διάβασμα του βιβλίου. Το πρώτο απαιτεί από τον αναγνώστη να κάνει διαρκώς επιλογές. Να διατρέχει το σύνολο της ύλης, να αξιολογεί και να επιλέγει τα σημεία στα οποία θα εστιάσει. Κι αν αυτή η μορφή διαβάσματος συνυπήρχε, μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα μάλιστα ως υποδεέστερη αναγνωστική πρακτική με το διάβασμα των μεγάλων θεωρητικών συνθέσεων και των μυθιστορημάτων, η μετάβαση στην ψηφιακότητα τείνει να την αναγάγει στη μοναδική μορφή προσέγγισης του γραπτού λόγου.

Η ενεργητικότητα του υποκειμένου στον ψηφιακό χώρο εκδηλώνεται μέσω της διαρκούς κινητικότητάς του και της διαδρομής που χαράσσει από κείμενο σε κείμενο προκειμένου να διαμορφώσει την προσωπική του άποψη για ένα ζήτημα. Και εδώ έγκειται το πρόβλημα: Η μορφή του θεωρητικού λόγου δεν μπορεί να είναι ίδια σε ένα πλαίσιο που στηρίζεται στην πειθώ και ένα πλαίσιο που στηρίζεται στην αναζήτηση. Η πειθώ προϋποθέτει την επιδεξιότητα του συγγραφέα, ενώ η αναζήτηση την περιέργεια του αναγνώστη. Ακόμα κι αν οι συγγραφείς επιμένουν να καταθέτουν τις συμβολές τους στην ψηφιακή σφαίρα με τον τρόπο που το έκαναν στο παρελθόν, αυτές χάνουν την ακεραιότητά τους στο πλαίσιο των νέων αναγνωστικών πρακτικών. Δεν λειτουργούν ως έργα, ως ολοκληρωμένα προϊόντα διανοητικής εργασίας, αλλά ως πρώτη ύλη: η μοίρα τους είναι να κατατμηθούν ή να συνοψιστούν για να αποτελέσουν τις ψηφίδες ενός ρευστού μωσαϊκού, που για κάθε αναγνώστη είναι διαφορετικό και ποτέ δεν οριστικοποιείται.

Το ότι ο αναγνώστης «γράφει» μόνος του το κείμενο που πρόκειται να διαβάσει, χρησιμοποιώντας έτοιμα μπλοκ κειμένου, σημαίνει ότι η διάκριση ανάμεσα σε αναγνώστη και συγγραφέα επαναπροσδιορίζεται· όχι τόσο επειδή ο αναγνώστης μετατρέπεται σε εν δυνάμει συγγραφέα (κάτι που έχει συμβεί από τον 18ο αιώνα, εξάλλου), όσο επειδή ο συγγραφέας περιορίζεται στον ρόλο του content provider. Κι αυτό έχει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέπεια. Για πρώτη φορά στην ιστορία, αυτός που καλείται να αποφασίσει τη μορφή του θεωρητικού λόγου σε ένα νέο διανοητικό περιβάλλον δεν είναι ο συγγραφέας αλλά ο αναγνώστης.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 157, στις 27 Μαΐου 2023.

Image Credit: Leonora Carrington, I am an Amateur of Velocipedes, 1917-2011.