Hacker Manifesto

ΕΝΑΣ ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ τρομάζει τον κόσμο, ο διπλασιασμός της αφαίρεσης. Από αυτόν εξαρτώνται οι τύχες κρατών και στρατών, εταιρειών και κοινοτήτων. Όλες οι αντιμαχόμενες τάξεις, κυρίαρχες ή κυριαρχούμενες, τον λατρεύουν αλλά και τον φοβούνται. Ο κόσμος μας επιχειρεί στα τυφλά να μπει στο καινούριο με τα δάχτυλα σταυρωμένα.

Όλες οι τάξεις φοβούνται αυτή την αδυσώπητη αφαίρεση του κόσμου, από την οποία όμως εξαρτάται η τύχη τους. Όλες οι τάξεις εκτός από μία: την τάξη των χάκερ. Είμαστε οι χάκερ της αφαίρεσης. Παράγουμε νέες έννοιες, νέες αντιλήψεις, νέες αισθήσεις, βγαλμένες από ακατέργαστα δεδομένα. Οποιονδήποτε κώδικα και αν χακάρουμε, είτε πρόκειται για γλώσσα προγραμματισμού, είτε για ποιητική γλώσσα, είτε για μαθηματικά είτε για μουσική, είτε για καμπύλες είτε για χρωματισμούς, είμαστε οι αφαιρέτες νέων κόσμων. Αναπαριστούμε τους εαυτούς μας ως ερευνητές ή συγγραφείς, καλλιτέχνες ή βιολόγους, χημικούς ή μουσικούς, φιλοσόφους ή προγραμματιστές. Όπως κι αν το κάνουμε, όλες αυτές οι υποκειμενικότητες δεν είναι παρά θραύσματα μιας τάξης που αποκτά, σιγά-σιγά, επίγνωση του εαυτού της ως τέτοιας.

Οι χάκερ δημιουργούν τη δυνατότητα να εισέλθουν νέα πράγματα στον κόσμο. Όχι πάντα σπουδαία πράγματα, ούτε καν καλά πράγματα, αλλά νέα πράγματα. Στην τέχνη, την επιστήμη, τη φιλοσοφία και τον πολιτισμό, σε κάθε παραγωγή γνώσης όπου μπορούν να συγκεντρωθούν δεδομένα, όπου μπορούν να εξαχθούν πληροφορίες από αυτά, και όπου μέσα από αυτές τις πληροφορίες παράγονται νέες δυνατότητες για τον κόσμο, υπάρχουν χάκερ που χακάρουν το νέο από το παλιό. Ενώ όμως δημιουργούμε αυτούς τους νέους κόσμους, δεν τους κατέχουμε. Η άρχουσα τάξη επιδιώκει με κάθε τρόπο να ελέγξει την καινοτομία και να τη στρέψει προς τους δικούς της σκοπούς, στερώντας από τον χάκερ τον έλεγχο της δημιουργίας του και από τον κόσμο στο σύνολό του το δικαίωμα να διαχειριστεί την ανάπτυξή του.

The slogan of the hacker class is not the workers of the world united, but the workings of the world untied.

Οι χάκερ δεν ενσωματώνονται. Χρησιμοποιούν τη γνώση και το μυαλό τους για να διατηρήσουν την αυτονομία τους. Κάποιοι παίρνουν τα λεφτά και τρέχουν (πρέπει να ζήσουμε με τους συμβιβασμούς μας). Κάποιοι αρνούνται να συμβιβαστούν (ζούμε όσο καλύτερα μπορούμε). Πολύ συχνά όσοι από εμάς παίρνουν έναν από αυτούς τους δρόμους δυσανασχετούν με όσους παίρνουν τον άλλο. Η μία πλευρά δυσανασχετεί με την ευημερία που της λείπει, η άλλη με την ελευθερία που της λείπει να χακάρει ελεύθερα τον κόσμο. Αυτό που διαφεύγει από την τάξη των χάκερ είναι μια πιο αφηρημένη έκφραση των συμφερόντων της ως τάξης και η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο αυτά μπορούν να συναντηθούν με τα συμφέροντα άλλων στον κόσμο. Αυτό που απαιτούν οι καιροί είναι ένα συλλογικό χακάρισμα που θα υλοποιεί ένα ταξικό συμφέρον βασισμένο στην ευθυγράμμιση των διαφορών και όχι σε μια επιβεβλημένη ενότητα.

McKenzie Wark (2004). A hacker manifesto. Harvard University Press.
Σύνθεση αποσπασμάτων από τις παραγράφους 1-12.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 163, στις 30 Σεπτεμβρίου 2023.

Η εξουσία του λόγου

ΣΤΑ ΔΥΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ σημειώματα προσπάθησα να καταλάβω ποια μπορεί να είναι η μορφή του θεωρητικού λόγου στην εποχή του σύντομου λόγου. Και κατέληξα αφενός στη διερώτηση του συγγραφέα αν πρέπει να επωφεληθεί από την εμπειρία παλαιότερων μορφών σύντομης έκφρασης και, αφετέρου, στη διαπίστωση ότι τα ηνία στη διαμόρφωση του θεωρητικού λόγου τα έχει πλέον αναλάβει ο αναγνώστης. Δεν είναι, ασφαλώς, η πρώτη φορά που ο αναγνώστης εισβάλλει στην επικράτεια του συγγραφέα. Συνέβη τουλάχιστον άλλη μία φορά, τον 18ο αιώνα, όταν οι «ανυπόδητοι» συγγραφείς της Grub Street, με τις αυτοσχέδιες φιλοσοφικές τους πραγματείες, άρχισαν να αξιώνουν μια θέση στο πάνθεον των αναγνωρισμένων συγγραφέων. Τις άλλες φορές που συνέβη αυτή η εισβολή, όμως, ο αναγνώστης διεκδίκησε το δικαίωμα να εκφράσει άποψη για τη μορφή του θεωρητικού λόγου όχι ως αναγνώστης αλλά ως οιονεί συγγραφέας. Τώρα είναι διαφορετικά. Τώρα διατηρεί πεισματικά την ιδιότητά του, διευρύνοντας όμως το πεδίο δράσης της: Είναι αυτός που δημιουργεί το κείμενο διαβάζοντας. Κι αυτό είναι, ακριβώς, που μετατρέπει τον συγγραφέα σε content provider.

Η διερώτηση του συγγραφέα αν θα τον σώσει η προσφυγή στην ποίηση και τους αφορισμούς εκφράζει την εμμονή σε ένα παλαιότερο πρότυπο εξουσίας, που στη βιβλική εκδοχή του έφτασε να δηλώνει τον Θεό-Δημιουργό (auctor). Όμως, αυτή την εξουσία τη χάνει στο πλαίσιο της ψηφιακής συνθήκης. Και δεν τη χάνει επειδή τη μοιράζεται με τον αναγνώστη, τη γνώση του οποίου μέχρι τώρα διαφέντευε με τα γραπτά του. Τη χάνει επειδή τη μοιράζεται με άλλες «μορφές ζωής» που μπορούν να παράγουν λόγο στην ψηφιακή σφαίρα. Η δημιουργία του κειμένου δεν αποτελεί πλέον αποκλειστικό προνόμιο των ανθρώπων. Πρόσφατα γίναμε μάρτυρες των εντυπωσιακών επιδόσεων, σε αυτό το επίπεδο, των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης. Όμως, η απώλεια της ανθρώπινης πρωτοκαθεδρίας δεν χρειαζόταν να περιμένει την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Οι αλγόριθμοι αναζήτησης έχουν γράψει τα κείμενα που έχουν καθοδηγήσει τη σκέψη και τη δράση των ανθρώπων τρισεκατομμύρια φορές μέχρι σήμερα. «Γράφουν» διαφορετικά – σύμφωνοι·  αλλά γράφουν! Και οι σάγκες του παρελθόντος παραμερίζονται από τις αφηγήσεις που παράγονται μέσω της αλληλεπίδρασης δυνητικών κόσμων, αλγορίθμων και παικτών στο πλαίσιο των ψηφιακών παιχνιδιών.

Ο άνθρωπος-συγγραφέας γίνεται μία από τις έλλογες μορφές που παράγουν τα δομικά στοιχεία του λόγου στην ψηφιακή σφαίρα, ενώ η εξουσία της γραφής περνάει στον αναγνώστη. Ούτως ή άλλως, η γραφή πάντοτε ήταν σύνθεση έτοιμων δομικών στοιχείων. Η συναρμογή των λέξεων υποτίθεται ότι αποτελούσε έκφραση της αυθεντικής σκέψης του συγγραφέα κι αυτό ήταν που της έδινε το ιδιαίτερο κύρος της. Η συνθήκη αυτή αλλάζει. Ο αναγνώστης συνθέτει τα κείμενά του χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη όχι γράμματα και λέξεις, αλλά τα προϊόντα της συλλογικής νοημοσύνης που βρίσκονται στον Παγκόσμιο Ιστό. Έτσι, η ανάγνωση δεν επανεπινοεί μόνο τη γραφή, αλλά και το ίδιο το υποκείμενο της σκέψης.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 158, στις 10 Ιουνίου 2023.

Image credit: Nathan Sawaya, 2014.

Content provider

ΕΓΡΑΦΑ στο προηγούμενο κείμενο ότι η μετάβαση στην εποχή του σύντομου λόγου καθιστά επιτακτική την ανάγκη επαναπροσδιορισμού της μορφής του θεωρητικού λόγου. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, οι μεγαλειώδεις συνθέσεις της εποχής του Διαφωτισμού και του Ρομαντισμού παραχώρησαν σταδιακά τη θέση τους στη συντομία άλλων μορφών λόγου, όπως τα επιστημονικά άρθρα, τα δοκίμια, τα λήμματα των εγκυκλοπαιδειών και τα άρθρα στον Τύπο. Όπως είναι φυσικό, αυτές οι αλλαγές συνοδεύτηκαν από την αλλαγή των αναγνωστικών συνηθειών. Κι αυτή η αλλαγή δεν είχε να κάνει μόνο με το γεγονός ότι οι αναγνώστες αρκούνταν πλέον σε σύντομα κείμενα κι έχαναν τη συγκέντρωσή τους όταν καλούνταν να διαβάσουν εκτενείς αναλύσεις. Κυρίως είχε να κάνει με το ότι το διάβασμα μετατράπηκε από παθητική σε ενεργητική διαδικασία. Το διάβασμα της εφημερίδας δεν είναι ίδιο με το διάβασμα του βιβλίου. Το πρώτο απαιτεί από τον αναγνώστη να κάνει διαρκώς επιλογές. Να διατρέχει το σύνολο της ύλης, να αξιολογεί και να επιλέγει τα σημεία στα οποία θα εστιάσει. Κι αν αυτή η μορφή διαβάσματος συνυπήρχε, μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα μάλιστα ως υποδεέστερη αναγνωστική πρακτική με το διάβασμα των μεγάλων θεωρητικών συνθέσεων και των μυθιστορημάτων, η μετάβαση στην ψηφιακότητα τείνει να την αναγάγει στη μοναδική μορφή προσέγγισης του γραπτού λόγου.

Η ενεργητικότητα του υποκειμένου στον ψηφιακό χώρο εκδηλώνεται μέσω της διαρκούς κινητικότητάς του και της διαδρομής που χαράσσει από κείμενο σε κείμενο προκειμένου να διαμορφώσει την προσωπική του άποψη για ένα ζήτημα. Και εδώ έγκειται το πρόβλημα: Η μορφή του θεωρητικού λόγου δεν μπορεί να είναι ίδια σε ένα πλαίσιο που στηρίζεται στην πειθώ και ένα πλαίσιο που στηρίζεται στην αναζήτηση. Η πειθώ προϋποθέτει την επιδεξιότητα του συγγραφέα, ενώ η αναζήτηση την περιέργεια του αναγνώστη. Ακόμα κι αν οι συγγραφείς επιμένουν να καταθέτουν τις συμβολές τους στην ψηφιακή σφαίρα με τον τρόπο που το έκαναν στο παρελθόν, αυτές χάνουν την ακεραιότητά τους στο πλαίσιο των νέων αναγνωστικών πρακτικών. Δεν λειτουργούν ως έργα, ως ολοκληρωμένα προϊόντα διανοητικής εργασίας, αλλά ως πρώτη ύλη: η μοίρα τους είναι να κατατμηθούν ή να συνοψιστούν για να αποτελέσουν τις ψηφίδες ενός ρευστού μωσαϊκού, που για κάθε αναγνώστη είναι διαφορετικό και ποτέ δεν οριστικοποιείται.

Το ότι ο αναγνώστης «γράφει» μόνος του το κείμενο που πρόκειται να διαβάσει, χρησιμοποιώντας έτοιμα μπλοκ κειμένου, σημαίνει ότι η διάκριση ανάμεσα σε αναγνώστη και συγγραφέα επαναπροσδιορίζεται· όχι τόσο επειδή ο αναγνώστης μετατρέπεται σε εν δυνάμει συγγραφέα (κάτι που έχει συμβεί από τον 18ο αιώνα, εξάλλου), όσο επειδή ο συγγραφέας περιορίζεται στον ρόλο του content provider. Κι αυτό έχει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέπεια. Για πρώτη φορά στην ιστορία, αυτός που καλείται να αποφασίσει τη μορφή του θεωρητικού λόγου σε ένα νέο διανοητικό περιβάλλον δεν είναι ο συγγραφέας αλλά ο αναγνώστης.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 157, στις 27 Μαΐου 2023.

Image Credit: Leonora Carrington, I am an Amateur of Velocipedes, 1917-2011.