Πλάνες

ΛΕΓΕΤΑΙ «βεβαίωση της επομένης»: Αν κάποιος πατήσει την ουρά του σκύλου, εκείνος γαβγίζει. Ο σκύλος γάβγισε. Άρα, κάποιος πάτησε την ουρά του. Αποτελεί λογική πλάνη, διότι ο σκύλος μπορεί να γάβγισε επειδή επέστρεψε ο ιδιοκτήτης του ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο. Οι γιατροί, όπως όλοι μας, είναι επιρρεπείς στις λογικές πλάνες. Δεν θα έπρεπε – γι’ αυτό και στα μεσαιωνικά πανεπιστήμια το πρώτο μάθημα που διδάσκονταν οι υποψήφιοι γιατροί ήταν η λογική. Διότι έπρεπε να μάθουν να βγάζουν συμπεράσματα για την κατάσταση του ασθενούς οδηγούμενοι με ασφάλεια από τα αποτελέσματα στις αιτίες. Όταν η Ιατρική άρχισε να πλαισιώνεται από άλλες επιστήμες και τεχνολογίες, η τέχνη αυτή σταδιακά χάθηκε. Κι έτσι, όλο και συχνότερα έχουμε λανθασμένες διαγνώσεις, οι οποίες οφείλονται στη διανοητική ολιγωρία των γιατρών. Το «σύνδρομο της αποτυχημένης επέμβασης» στη σπονδυλική στήλη είναι μια τέτοια περίπτωση. Όταν κάποιος παρουσιάζει τις τάδε εκφυλιστικές αλλοιώσεις στη σπονδυλική στήλη θα πρέπει να αισθάνεται πόνο στη μέση. Κάποιος αισθάνεται πόνο στη μέση και οι απεικονιστικές εξετάσεις δείχνουν ότι έχει τις συγκεκριμένες εκφυλιστικές αλλοιώσεις. Άρα, ο πόνος είναι συνέπεια αυτών των αλλοιώσεων. Τις αποκαθιστούμε χειρουργικά και… ο πόνος συνεχίζεται.

Η αναγωγή της κατάστασης του ασθενούς σε επιμέρους ευρήματα σε συνδυασμό με τη διαθεσιμότητα εξειδικευμένων θεραπειών για καθένα από αυτά υποβαθμίζουν την τέχνη της διάγνωσης. Όλο και περισσότερο οι γιατροί μετατρέπονται σε διαχειριστές βάσεων δεδομένων, που δουλειά τους είναι να συσχετίζουν δεδομένα από διαφορετικούς πίνακες, ώστε να πετύχουν μια διάγνωση που θα αντιστοιχεί σε μια γνωστή θεραπευτική αγωγή.

Πρέπει να ομολογήσουμε, ωστόσο, ότι η ιατρική κοινότητα επέδειξε υποδειγματική σωφροσύνη στην περίπτωση των εμβολίων. Ο εμβολιασμός με το σκεύασμα της AstraZeneca ενδέχεται να προκαλέσει θρομβώσεις. Η ασθενής Α που εμβολιάστηκε με το σκεύασμα της AstraZeneca παρουσίασε θρόμβωση. Όχι κύριε, αυτή τη φορά δεν την πατάμε. Η θρόμβωση μπορεί να προέρχεται κι από άλλες αιτίες: Από υποκείμενα νοσήματα που η εμβολιαζόμενη παρέλειψε να δηλώσει ή από τη συνέργεια τυχαίων παραγόντων που συνέπεσαν χρονικά με τον εμβολιασμό. Σε κάθε περίπτωση, το πιθανότερο είναι ότι δεν ευθύνεται το εμβόλιο, αλλά η εμβολιαζόμενη, η μοναδικότητα του ιατρικού περιστατικού ή απλά η ατυχής περίσταση. Κι έτσι αποφεύγεται η λογική πλάνη της «βεβαίωσης της επομένης» και διαπράττεται η λογική πλάνη «ad ignorantiam»: Δεν έχει αποδειχθεί ότι το εμβόλιο προκαλεί θρόμβωση, άρα δεν προκαλεί!

Οι πλάνες είναι αναπόφευκτες. Γι’ αυτό υπάρχει η παλιά καλή θετικιστική επιστήμη – για να μας προστατεύει από τις εκτροπές της λογικής και τους πειρασμούς της φαντασίας. Όταν, όμως, η επιστήμη τίθεται στην υπηρεσία ατυχών πολιτικών επιλογών, τότε και οι πλάνες παύουν να είναι απλά λογικά ολισθήματα και τίθενται στην υπηρεσία μιας επικίνδυνης ρητορικής, που έχει στόχο να συγκαλύψει την ανεπαρκή διαχείριση της κρίσης από το κράτος και τους υπερεθνικούς οργανισμούς.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 107, στις 10 Απριλίου 2021.

Γυμνή ζωή

ΟΤΑΝ ΠΡΩΤΟΕΦΤΑΣΕ στον πλανήτη ήταν όλο χαρά. Ήταν ο πρώτος γήινος που θα ερχόταν σε επαφή με τους ανθρωπόμορφους κατοίκους ενός πλανήτη εκτός ηλιακού συστήματος. Η ατμόσφαιρα ήταν εξαιρετική, πράγμα που σήμαινε ότι θα μπορούσε να κυκλοφορήσει χωρίς σκάφανδρο. Ευτυχώς, είχε φέρει μερικές αλλαξιές ρούχα τα οποία, όπως διαπίστωσε, δεν διέφεραν ιδιαίτερα από τα ενδυματολογικά πρότυπα του πλανήτη. Το αντηλιακό θα του χρειαζόταν σίγουρα γιατί η ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας ήταν ιδιαίτερα υψηλή, αν και για κάποιο περίεργο λόγο η θερμοκρασία κυμαινόταν όλες τις εποχές μεταξύ 26 και 30ο C. Καλά έκανε κι έφερε καλοκαιρινά, σκέφτηκε.

Η φύση και το δομημένο περιβάλλον τού δημιουργούσαν, επίσης, μια αίσθηση οικειότητας. Κάτι γνώριμο που απλώς είχε καιρό να το επισκεφτεί. Δρόμοι και κτίσματα τακτοποιημένα με ορθολογικό τρόπο εν γένει, αν και όσο ήταν σε τροχιά είχε δει και περιοχές που έμοιαζαν με τερατώδη ριζώματα μανγκρόβιας. Στην πόλη που προσγειώθηκε μπορούσε εύκολα να ξεχωρίσει τα συγκροτήματα κατοικιών, τους χώρους εργασίας, τους χώρους διασκέδασης και τα συγκροτήματα φύλαξης (φυλακές ή σχολεία, άραγε;). Υπήρχαν, επίσης, συγκοινωνιακές υποδομές – υπέργεια τραίνα, χρωματιστά οχήματα γεμάτα κόσμο που κινούνταν πάνω-κάτω στους δρόμους και πτητικές συσκευές που κάθε τόσο διέσχιζαν με θόρυβο τον «αέρα».

… τον «αέρα», σκέφτηκε. Ώρα να βγει από την κάψουλα, να προσπαθήσει να προσεγγίσει τα όντα που κατοικούν στον πλανήτη. Η επικοινωνία θα ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα. Σίγουρα θα είχαν κάποια γλώσσα, αλλά θα μπορούσαν αν βρουν κάποιον κώδικα επικοινωνίας μαζί του; Και η νοηματική σε τέτοιες περιπτώσεις –σε τόσο απομακρυσμένους πολιτισμούς– δεν βοηθάει. Έπρεπε να ξεκινήσει την προσπάθεια.

Παραξενεύτηκε όταν συνειδητοποίησε ότι είχε ήδη περπατήσει πολλές ώρες στους δρόμους, αλλά δεν είχε καταφέρει να έρθει σε επαφή με κανένα από τα πλάσματα του πλανήτη. Πρέπει να είχε δει μερικές εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες από αυτά. Άντρες και γυναίκες – ήταν σίγουρος γι’ αυτό, υπήρχαν τα ίδια φύλα και ανάλογα ενδυματολογικά και συμπεριφορικά πρότυπα με τη Γη. Ωστόσο, δεν είχε καταφέρει να πλησιάσει κανέναν και καμία. Ήταν σαν να τους χώριζε μια λεία, διαφανής επιφάνεια που του επέτρεπε να αντιλαμβάνεται την παρουσία τους, αλλά τον κράταγε έξω από τη ζωή τους. Τους έβλεπε να γελούν, να συνομιλούν, να αγκαλιάζονται, αλλά εκείνος βρισκόταν μονίμως στην άλλη πλευρά του κόσμου τους. Περπάτησε χιλιόμετρα, μπήκε και βγήκε σε κτήρια, έτρεξε λαχανιασμένος μέχρι τα όρια της πόλης και πέρα από αυτά, αλλά ποτέ δεν κατάφερε να διαπεράσει το αόρατο πέτασμα. Ώσπου εξουθενωμένος κατάλαβε: Ο πλανήτης ήταν μια ταινία Moebius, μια ταινία όπου όσο κι αν κινούνταν θα βρισκόταν πάντοτε στην ίδια πλευρά. Το διαπλανητικό ταξίδι του τον είχε φέρει σε μια δίδυμη Γη όπου οι επισκέπτες ήταν καταδικασμένοι να μένουν για πάντα στην έρημη πλευρά της ζωής τους.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 103, στις 13 Φεβρουαρίου 2021.

IMAGE CREDIT: Franz Wilhelm Seiwert, Χωρίς τίτλο, 1922

Ομοιότητες

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ φτάνουν στο αεροδρόμιο ταλαιπωρημένοι από το ταξίδι τους. Την ώρα που μπαίνουν στον χώρο υποδοχής εμφανίζονται κάτι μαντράχαλοι με βαρύ οπλισμό και κάποιοι ευγενικοί υπάλληλοι ντυμένοι με στολές υγειονομικής προστασίας – κακοί μπάτσοι και καλοί μπάτσοι. Συγκεντρώνουν τους ταξιδιώτες σε έναν περιορισμένο χώρο, παίρνουν υποχρεωτικά βιολογικό δείγμα από όλους και μετά τους χωρίζουν και τους στέλνουν σε ξενοδοχεία μέχρι να κριθούν κατάλληλοι να εισέλθουν στην χώρα. Δεν ξέρω τι λέτε εσείς, αλλά αυτή η διαδικασία μου θυμίζει κάτι πολύ άσχημο. Η διαλογή, ο περιορισμός, ο υποχρεωτικός βιολογικός έλεγχος, η αξιολόγηση της καταλληλότητας (ή, αν θέλετε, της καθαρότητας) φέρνει στο μυαλό μερικές από τις χειρότερες στιγμές της πρόσφατης Ιστορίας.

Όλα αυτά γίνονται, ασφαλώς, εξαιτίας της πανδημίας του COVID-19. Γίνονται, όμως. Και δεν γίνονται μόνο στις «πύλες εισόδου» της χώρας. Ο δημόσιος λόγος περί ανεύθυνων νέων που εκθέτουν σε θανάσιμο κίνδυνο τους απροστάτευτους παππούδες τους δεν ήταν μόνο ο λόγος των φυλλάδων του καλοκαιριού. Είναι λόγος που εκφέρεται από επίσημα χείλη και κολάζει τις «ελευθεριάζουσες» πλευρές της ζωής των νέων. Η συνεχής υπενθύμιση των καταστροφικών συνεπειών που μπορεί να έχει ο νεανικός αυθορμητισμός φέρνει στον νου τον αλήστου μνήμης «νόμο 4000 περί τεντιμποϊσμού». Αλλά και ο πατερναλισμός στο σύνολο της κοινωνίας: Οι περιορισμοί στην κατανάλωση αλκοόλ, ο έλεγχος των συγκεντρώσεων, η ποινικοποίηση της διασκέδασης, οι απειλές για απαγόρευση της κυκλοφορίας μετά τις 12 τα μεσάνυχτα ή τις 10 το βράδυ ή τις 8 το απόγευμα –ανάλογα με το πόσο κακά παιδιά θα είμαστε– θυμίζει μια κοινωνία «σε γύψο». Οι ηλικιακές διακρίσεις (οι «άνω των 65» που ετοιμάζονται να ζήσουν «της γενιάς τους τα Πολυτεχνεία», όπως γράφει ο Λιάκος) και οι κοινωνικές διακρίσεις (οι «ευπαθείς ομάδες» που επιτέλους μάθαμε ποιες είναι μετά από επτά μήνες πανδημίας και σκληρών διαπραγματεύσεων μεταξύ γιατρών και οικονομολόγων) γίνονται για το καλό των αντίστοιχων ομάδων, αλλά γίνονται και είναι διακρίσεις.

Θα μου πείτε ότι, πρώτον, αυτά δεν γίνονται μόνο στην Ελλάδα και, δεύτερον, αφορούν μια ειδική συνθήκη. Είμαστε αντιμέτωποι με την υπερμεταδοτικότητα ενός «φονικού ιού», όπως συχνά (και εσφαλμένα) τον αποκαλούν οι επιστήμονες. Η πραγματικότητα, όμως, μπορεί να περιγραφεί και διαφορετικά. Αυτά γίνονται –ναι, σε παγκόσμια κλίμακα–, αλλά εν μέσω ενός ελλείματος πληροφόρησης και ενός χάους υπολογισμών και προσομοιώσεων, οι περισσότερες από τις οποίες οδηγούν σε (επιεικώς) επισφαλή επιστημονικά συμπεράσματα. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το πρόβλημα: Η βαρύτητα των μέτρων πρόληψης δεν αντιστοιχεί στην αξιοπιστία των επιστημονικών μεθόδων και στην εγκυρότητα των αποτελεσμάτων, από τα οποία υποτίθεται ότι αυτή υπαγορεύεται. Και αυτή η δυσαρμονία είναι πολύ μεγάλη για να δικαιολογηθεί βάσει της καθησυχαστικής θετικιστικής προσδοκίας ότι η επιστήμη θα επικυρώσει, έστω και εκ των υστέρων, την ορθότητα των πολιτικών αποφάσεων που λαμβάνονται στο όνομά της.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 94, στις 10 Οκτωβρίου 2020.

Image Credit: Ernst Lubitsch, Die Puppe,1919.