Διαμεσολάβηση

Έγραφα στο προηγούμενο φύλλο για τη θεατρική παράσταση της Έλλης Παπακωνσταντίνου και της ομάδας ΟDC Ensemble «Το Σπήλαιο». Το έργο θέτει το ερώτημα της αλήθειας στον ψηφιακό χώρο, τον οποίο παριστάνει ως μια διευρυμένη εκδοχή του πλατωνικού σπηλαίου όπου τα υποκείμενα συνυπάρχουν με τις σκιές τους και η δράση τους με την αναπαράστασή της.

Ο προβληματισμός της παράστασης συνδέεται στενά και με ένα άλλο ζήτημα που θέτει η μετάβαση στην ψηφιακότητα. Συχνά διατυπώνεται έντονος σκεπτικισμός για τη λειτουργία των ανθρώπων στον ψηφιακό χώρο, επειδή η λειτουργία αυτή διαμεσολαβείται και εποπτεύεται από μέσα που τα υποκείμενα δεν είναι σε θέση να ελέγξουν. Παρά το γεγονός ότι όλες και όλοι αισθάνονται ότι λαμβάνουν έλλογες αποφάσεις για την παρουσία τους στον ψηφιακό χώρο, στην πραγματικότητα η ενημέρωσή τους, η αλληλεπίδρασή τους με άλλους χρήστες, οι αισθητικές τους προτιμήσεις και οι καταναλωτικές τους αποφάσεις ελέγχονται από τις λειτουργίες του ίδιου του ψηφιακού πλαισίου: Από τους αλγόριθμους που οριοθετούν και διαμορφώνουν το εύρος των επιλογών των χρηστών. Η τεχνολογική διαμεσολάβηση θεωρείται ένας από τους μεγάλους κινδύνους που φέρνει η μετάβαση στην ψηφιακότητα.

Με αφορμή το έργο της Παπακωνσταντίνου, σκεφτόμουν ότι το πρόβλημα είναι ακριβώς το αντίθετο: η απουσία διαμεσολάβησης. Όλα τα σώματα στο ψηφιακό στερέωμα έχουν το ίδιο μέγεθος, την ίδια λαμπρότητα, την ίδια ευκρίνεια. Μεμονωμένες, αποκλίνουσες ή παραβατικές συμπεριφορές αποκτούν καθολικότητα σαν να επρόκειτο για συμπεριφορές ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού. Στο πλαίσιο της «πολιτικής οικονομίας της προσοχής» όλοι και όλα αγωνίζονται να κάνουν αισθητή την παρουσία τους και το ποιος θα το καταφέρει δεν έχει σχέση ούτε με το ποιος είναι ούτε με το τι αντιπροσωπεύει. Η διάκριση ανάμεσα στο τοπικό και το καθολικό, το σημαντικό και το ασήμαντο, το επείγον και το καθημερινό, το ιδιωτικό και το δημόσιο καταλύεται. Όλα έχουν το ίδιο μέγεθος, είναι εξίσου σημαντικά και εξίσου καθολικά.

Ωστόσο, σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, η γνώση μας για την πραγματικότητα ήταν προϊόν της ανθρώπινης εργασίας. Η αξιολόγηση, η επιλογή, η κρίση, αλλά επίσης η μέτρηση και τα τεχνικά μέσα έδιναν στην πραγματικότητα τη μορφή με την οποία τη γνώριζαν οι άνθρωποι. Χωρίς αυτή τη διαμεσολάβηση, η πραγματικότητα δεν θα είχε νόημα και το ίδιο το υποκείμενο θα αδυνατούσε να οριοθετήσει την ύπαρξή του απ’ ό,τι το περιέβαλε. Και είναι ακριβώς η απουσία αυτής της διαμεσολάβησης που μετατρέπει την ανθρώπινη παρουσία στον ψηφιακό χώρο σε ψηφιακό μωσαϊκό. Σε αυτή τη βάση, η Παπακωνσταντίνου αναρωτιέται: Σε έναν κόσμο όπου η πραγματικότητα περιορίζεται σε δύο διαστάσεις, σαν τις μορφές του θεάτρου σκιών, πώς θα μπορέσουν τα υποκείμενα να ανακτήσουν την ικανότητά τους να αντιλαμβάνονται την αληθινή προοπτική των πραγμάτων;

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 35, στις 24.2.2018.

Το Σπήλαιο

Η Έλλη Παπακωνσταντίνου είναι μια σκηνοθέτις με πολύ ιδιαίτερο ύφος. Οι παραστάσεις της συνδυάζουν στοιχεία ροκ όπερας, βαριετέ και αυτοσχεδιασμού με κλασικά κείμενα (όχι απαραιτήτως θεατρικά) και με τον πολιτικοποιημένο φιλοσοφικό αναστοχασμό της επικαιρότητας. Στο παρελθόν, μάς έχει δώσει εξαιρετικές παραστάσεις στηριγμένες σε κείμενα τόσο διαφορετικών στοχαστών όσο ο Σαίξπηρ, ο Χομπς και οι Καταστασιακοί, πάντα όμως με αναφορά στα προβλήματα του παρόντος. Παρόλ’ αυτά, με εξέπληξε η επιλογή της να ασχοληθεί με την ψηφιακότητα.

Η τελευταία της δουλειά, «Το σπήλαιο», έκανε πρεμιέρα στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης αυτή την εβδομάδα, θα συνεχίσει με περιοδεία σε διεθνείς σκηνές –είναι διεθνής παραγωγή, εξάλλου– και ελπίζω ότι θα επανέλθει κάποια στιγμή στην ελληνική σκηνή. Όπως αποκαλύπτει ο τίτλος της, η παράσταση στηρίζεται στην αλληγορία του σπηλαίου από την Πολιτεία του Πλάτωνα. Οι άνθρωποι, αλυσοδεμένοι μέσα σε ένα σκοτεινό σπήλαιο, είναι σε θέση να αντιληφθούν μόνο τις σκιές των πραγμάτων που περνούν από πίσω τους, ανάμεσα στους ίδιους και ένα φως που προβάλλει τα είδωλά τους στον απέναντι τοίχο. Και θεωρούν ότι αυτές οι σκιές είναι η πραγματικότητα. Η μόνη πραγματικότητα που έχουν αντιληφθεί ποτέ και η μόνη που είναι σε θέση να αντιληφθούν. Εκτός αν κάποιος από αυτούς καταφέρει να λυθεί, βγει από το σπήλαιο και δει τα πράγματα όπως είναι κάτω από το φως του ήλιου. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, θα είναι αδύνατο να μοιραστεί με τους δεσμώτες του σπηλαίου μια αλήθεια που τόσο καταφανώς αντιφάσκει με την αισθητηριακή εμπειρία τους.

Η Παπακωνσταντίνου δεν αντιπαραβάλλει, όμως, το ιδεώδες της πλατωνικής αλήθειας με την εποχή των fake news (όπως τόσο εύκολα κάνουν οι φορείς της «έγκυρης» ενημέρωσης»). Όπως έχει κάνει και στο παρελθόν, φέρνει σε διάλογο τις ιδέες του Πλάτωνα με ένα παρόν που θέτει νέα προβλήματα. Και επωφελείται από αυτόν ακριβώς τον διάλογο για να στοχαστεί κριτικά το παρόν. Χρησιμοποιώντας εικαστικές και επιτελεστικές τεχνικές, η ομάδα ΟDC Ensemble αναπαριστά την ψηφιακότητα ως πλατωνικό σπήλαιο. Με δύο ουσιώδεις διαφορές, όμως. Αφενός οι σκιές που κυριαρχούν στον τοίχο του σπηλαίου είναι των ίδιων των ανθρώπων και όχι των αντικειμένων του φυσικού κόσμου. Και, αφετέρου, τα υποκείμενα συνυπάρχουν με τις σκιές τους, η δράση τους με την απεικόνισή της, ο λόγος τους με τις παραμορφώσεις του. Η φυσική παρουσία συνυπάρχει με την αναπαράστασή της δημιουργώντας μια νέα φυσικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο είναι που τίθεται εκ νέου το πρόβλημα της αλήθειας. Δεν είναι ένα πρόβλημα που μπορεί να λυθεί εύκολα. Αλλά η Παπακωνσταντίνου μοιάζει να εννοεί ότι η λύση του συνδέεται με την αναζήτηση της τρίτης διάστασης, που θα επανεισαγάγει την αίσθηση της προοπτικής σε ένα σύμπαν όπου το ίδιο το υποκείμενο της γνώσης αναλύεται σε φως.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 34, στις 10.2.2018.

Fractals

ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ: Ο Νεύτων σε ένα σκοτεινό δωμάτιο αγωνίζεται να προλάβει τη διέλευση των ακτίνων του ήλιου μπροστά από μια μικροσκοπική τρύπα σε ένα μαύρο πέτασμα. Το πρίσμα που είναι τοποθετημένο στην πορεία των ακτίνων αναλύει το λευκό φως στα χρώματα της ίριδας: ο θρίαμβος του  «κρίσιμου πειράματος». Ωστόσο, όσοι προσπάθησαν να επαναλάβουν το πείραμα του Νεύτωνα απέτυχαν να δουν τα επτά χρώματα που ισχυρίζεται ότι είδε εκείνος. Η απάντηση του Νεύτωνα είναι ότι προφανώς δεν διέθεταν τον κατάλληλο εξοπλισμό (το «σωστό πρίσμα»). Ποιος είναι ο κατάλληλος εξοπλισμός, ρωτούν εκείνοι. Είναι εκείνος που αναλύει το λευκό φως σε επτά χρώματα, απαντά ο Νεύτων(!). Πώς θεμελιώνεται η επιστημονική αλήθεια;

ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: Ένας gamer παίζει ένα παιχνίδι first person shooter, αραχτός μπροστά στο πανίσχυρο μηχάνημά του – ένα τρακτέρ στο εφηβικό δωμάτιο. Κινείται με άνεση στον ψηφιακό κόσμο και πυροβολεί τους κακούς στο κεφάλι. Πού ακριβώς βρίσκεται το όπλο, όμως; Ένα μέρος του βρίσκεται στον «φυσικό» χώρο (το ποντίκι, το πληκτρολόγιο, η κονσόλα, η στόχευση) και ένα μέρος του στον «ψηφιακό» χώρο (η οπτικοποιημένη προέκταση, οι σφαίρες, ο στόχος). Ωστόσο, δεν είναι δύο διαφορετικά πράγματα, είναι ένα ενιαίο αντικείμενο: ούτε αμιγώς «φυσικό» ούτε αμιγώς «ψηφιακό». Ένας δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα σε δύο κόσμους ή μια νέα φυσικότητα;

ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ (σημειώσεις από το Εικονικό Φως του W. Gibson, μτφρ. Γ. Μπαρουξής): Ο Γιαμαζάκι αντικρίζει τη γκρεμισμένη γέφυρα του Σαν Φρανσίσκο. «Η βασική δομή της παρέμενε σταθερή, γύρω από αυτήν όμως είχε αναπτυχθεί μια άλλη πραγματικότητα, με δικό της χαρακτήρα. Ήταν κάτι που συνέβη τμηματικά, χωρίς συγκεκριμένο πλάνο, και χρησιμοποιώντας κάθε δυνατή τεχνική και υλικό. Το αποτέλεσμα ήταν κάτι το άμορφο και απρόσμενα οργανικό. […] Όνειρα εμπορικά, τοποθετημένα στο ύψος περίπου του δρόμου όπου κάποτε περνούσαν τα αυτοκίνητα, ενώ από πάνω τους, ανεβαίνοντας μέχρι τις κορυφές των καλωδιόπυργων, υψωνόταν το πολύπλοκο δίκτυο των κατοικιών, με τον αγνώστου μεγέθους πληθυσμό και τις ζώνες των πιο προσωπικών φαντασιώσεων.» Κι αλλού: «–Τι σου λέει αυτό για τον μετακαπιταλισμό; –Τι μου λέει για τι πράγμα;» Το κοινωνικό σύστημα ως φυσική δύναμη; Ο αστικός χώρος ως παλίμψηστο;

ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΑΤΕ σε ένα έντυπο διαφορετικό. Οι επιστήμες και η τεχνολογία είναι η κοινωνική δραστηριότητα με την οποία αλλάζουμε αυτό που είμαστε και τον χώρο στον οποίο υπάρχουμε. Συνεπώς, η συζήτηση γύρω από αυτά τα θέματα δεν αποτελεί προνόμιο των «ειδικών» ή των «εμπειρογνωμόνων». Οφείλει να είναι ανοιχτή και να αναστοχάζεται διαρκώς τη διάκριση ανάμεσα σ’ εκείνους που παράγουν νέα γνώση κι εκείνους που υποτάσσονται εκούσια στην υπερβατική εξουσία της. Σκοπός μας είναι να παρουσιάσουμε τις επιστήμες και την τεχνολογία υπό διαφορετική προοπτική· μια προοπτική που δεν θα τις εκθρονίσει, αλλά θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για κριτική θεώρηση και δημιουργικό αναστοχασμό. Shift!

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 1, στις 17.9.2016