Post-truth
Ο Harry Gordon Frankfurt είναι αμερικανός φιλόσοφος και ομότιμος καθηγητής φιλοσοφίας του πανεπιστημίου του Princeton. Το 1986 δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο On Bullshit, του οποίου η επανέκδοση σε βιβλίο το 2005 έγινε bestseller. Το επιχείρημα που αναπτύσσει εκεί ο Frankfurt στηρίζεται στην αντιδιαστολή του bullshitter με τον ψευδόμενο. Και στους δυο καταλογίζει πρόθεση εξαπάτησης. Ωστόσο, υπάρχει μια σημαντικότατη διαφορά, κατά την άποψή του: Ο ψευδόμενος δεσμεύεται από την αλήθεια. Ξέρει τι είναι αλήθεια, γνωρίζει τους αντικειμενικούς περιορισμούς που επιβάλλει η πραγματικότητα και αυτό που προσπαθεί να κάνει είναι να ξεγελάσει το θύμα του ως προς την ύπαρξη αυτών των περιορισμών. Αντίθετα, ο bullshitter δεν ενδιαφέρεται ούτε να πει ούτε να συγκαλύψει την αλήθεια. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο λόγος του είναι αναρχικά παρορμητικός, αλλά ότι τα κίνητρά του δεν έχουν να κάνουν με το πώς έχουν όντως τα πράγματα. Το έργο του δεν είναι ευκολότερο, αλλά είναι δημιουργικότερο από εκείνο του ψευδόμενου. Ρέπει προς την επινοητικότητα και την κατασκευή και ενέχει περισσότερες δυνατότητες αυτοσχεδιασμού, χωρίς να δεσμεύεται από την αναλυτική και διαβουλευτική αυστηρότητα που απαιτείται από τον ψευδόμενο.
Tag Archives: proof
Απόδειξη
–Έχω γνωρίσει αυτό που αγνοούν οι Έλληνες, λέει ο ήρωας του Μπόρχες στο «Λαχείο στη Βαβυλώνα». Την αβεβαιότητα.
Οι Έλληνες ανακάλυψαν την απόδειξη. Υπό αυτή την έννοια, ανακάλυψαν τη βεβαιότητα. Η απόδειξη προσδίδει σε μια απόφανση γενική ισχύ, εγγυημένη από τον Λόγο. Η διασταύρωση της συγκεκριμένης έννοιας με τη χριστιανική δογματική οδήγησε στη γένεση μιας νέας έννοιας, της μοναδικής αλήθειας. Σε αντίθεση με τις αποδεδειγμένες αλήθειες που μπορούν να συνυπάρχουν ακόμα και σε ένα πλαίσιο ανεκτής αντιφατικότητας, η μοναδική αλήθεια είναι μια απόφανση που μετατρέπει όλο τον υπόλοιπο κόσμο σε ψεύδος.
Ο μεσαιωνικός σχολαστικισμός εκκινεί από μια προσπάθεια να αποκαταστήσει την «αλήθεια» στα έργα των αρχαίων φιλοσόφων που ανακτά μέσω των μεταφράσεων του 12ου και του 13ου αιώνα: Ο Αριστοτέλης πρέπει να είναι συνεπής με τον εαυτό του, αλλά και με τον Πλάτωνα. Παρότι μη χριστιανική, η αρχαία σοφία οφείλει να διέπεται από εσωτερική συνέπεια, διότι κατάφερε να εξασφαλίσει πρόσβαση σε σημαντικές αλήθειες για τον κόσμο. Και οι αλήθειες για έναν κόσμο πλασμένο από τον Θεό δεν μπορεί να είναι ούτε πολλαπλές ούτε αντιφατικές. Άρα, οι ασυνέπειες που εντοπίζονται στα έργα των αρχαίων σοφών πρέπει να οφείλονται σε μεταφραστικά ολισθήματα των Αράβων μεταφραστών που μετέφεραν αρχικά τα κείμενα στη γλώσσα τους, από την οποία τώρα τα έπαιρναν οι λατινόφωνοι λόγιοι. Εξού η επίμονη ενασχόληση με το συντακτικό και τη γραμματική, οι ατέλειωτες διαμάχες γύρω από την ερμηνεία συγκεκριμένων φράσεων και η μετατροπή της πλούσιας υπομνηματιστικής παράδοσης σε επιθετικό εκχριστιανισμό.
Σε αυτό το πλαίσιο, η απόδειξη αποκτά την έννοια του αποκλεισμού. Η αλήθεια του δόγματος αποκλείει κάθε απόφανση που δεν είναι σύμφωνη με τις αποδεδειγμένες προτάσεις. Η έννοια της συμφωνίας, όμως, ορίζει ένα πεδίο διαπραγμάτευσης. Ποιος αποφασίζει για τη συμφωνία μιας απόφανσης με τις αποδεδειγμένες προτάσεις; Πώς εδραιώνει τη νομιμότητά του ως ειδικού; Με ποια κριτήρια ελέγχει τη συμφωνία; Ποιος επικυρώνει τη νομιμότητα αυτών των κριτηρίων; Έτσι, οδηγούμαστε σε ένα παράδοξο. Η αναζήτηση της μοναδικής αλήθειας υποβαθμίζει τη σημασία της απόδειξης. Αν η συνύπαρξη πολλών αληθειών ήταν ανεκτή, τότε η απόδειξη θα αρκούσε για να επικυρώσει καθεμιά από αυτές και οι άνθρωποι θα ήταν ελεύθεροι να επιλέξουν, βάσει του Λόγου και των ιδιαίτερων συνθηκών της ύπαρξής τους, εκείνη σύμφωνα με την οποία θα ενεργήσουν. Η επιδίωξη της μοναδικής αλήθειας, αντίθετα, αφαιρεί αυτή την ελευθερία από τους ανθρώπους. Όχι όμως για να τη μεταφέρει στην απόδειξη, αλλά για να τη μεταφέρει σε ένα σώμα ειδικών που αναλαμβάνουν να ελέγξουν, βάσει των δικών τους κριτηρίων, κατά πόσο οι αλήθειες που διέπουν τις πράξεις των ανθρώπων βρίσκονται σε συμφωνία με τη μία και μοναδική αλήθεια του δόγματος.
Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 28, στις 18.11.2017.