Ιστορίες

ΓΡΑΦΟΝΤΑΣ το σημείωμα του προηγούμενου φύλλου, θυμήθηκα μια σκηνή από την ταινία του Terry Gilliam, The Imaginarium of Doctor Parnassus, όπου οι μοναχοί ενός βουδιστικού μοναστηριού «αφηγούνται τις ιστορίες που κρατούν τον κόσμο ζωντανό». Βέβαια, όταν ο διάβολος τους κάνει να σωπάσουν, ο κόσμος… δεν παθαίνει τίποτα. Θυμήθηκα όμως και το υπέροχο κείμενο του Μπόρχες, «Οι τέσσερις κύκλοι».

Τέσσερις είναι όλες κι όλες οι ιστορίες που αφηγούμαστε, γράφει ο Μπόρχες. Η πρώτη μιλάει για την υπεράσπιση μιας χαμένης υπόθεσης. Η Τροία ήταν καταδικασμένη από τη στιγμή που ο Πάρις ερωτεύτηκε την Ελένη. Ο Αχιλλέας γνώριζε ότι θα πεθάνει πριν τη νίκη. Κι όμως, κι οι δυο πλευρές μάχονταν σαν να μη γνώριζαν – λες κι οι τύχες τους ήταν στα χέρια τους κι όχι στα χέρια των θεών. Λες κι ο Δούρειος Ίππος ήταν σε θέση να καθορίσει την προδιαγεγραμμένη έκβαση της μάχης.

Η δεύτερη ιστορία, που συνδέεται με την πρώτη, όπως παρατηρεί και ο Μπόρχες, είναι η ιστορία μιας επιστροφής. Η αναζήτηση του δρόμου προς την εστία, η απώλεια προσανατολισμού και ο κρυφός φόβος γι’ αυτό που θ’ αντικρύσουμε όταν φτάσουμε στον προορισμό μας. Ο Οδυσσέας διστάζει: Μήπως είναι καλύτερα να περιπλανιέται για πάντα, αντί να βιώσει τη ματαίωση και την ταπεινωτική ανάδυσή του από τη λήθη;

Η τρίτη ιστορία είναι η ιστορία της αναζήτησης ενός πολύτιμου αντικειμένου που, με κάποιο τρόπο, αντιπροσωπεύει τις μαγικές δυνάμεις της ζωής. Η αναζήτηση συνήθως έχει αίσιο τέλος: Τα μήλα των Εσπερίδων, το Χρυσόμαλλο Δέρας… Αλλά μπορεί επίσης να στεφθεί από τη ματαίωση (πάλι) και τον θάνατο: Το Δέντρο της ζωής των κονκισταδόρες, το Ιερό Γκράαλ των τυχοδιωκτών και ο Μόμπι Ντικ του πλοιάρχου Έιχαμπ.

Η τέταρτη ιστορία είναι η ιστορία της θυσίας ενός θεού. Ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου παραδίδει τον εαυτό του στον Σταυρό, ο Όντιν κρέμεται πληγωμένος εννιά νύχτες από ένα δέντρο, ο Άττις της Φρυγίας αυτο-ακρωτηριάζεται. Θυσία όλοι σε μια άλλη εκδοχή του εαυτού τους, προκειμένου να πραγματοποιηθεί ένα πεπρωμένο –η σωτηρία, η γνώση, η καρποφορία– που είναι πάνω από τις δυνάμεις των θεών και πέρα από την κατανόηση των ανθρώπων.

«Τέσσερις είναι αι οι ιστορίες. Στο χρόνο που μας μένει, θα συνεχίσουμε να τις αφηγούμαστε, μεταμορφωμένες», γράφει ο Μπόρχες. Γιατί είναι ο μόνος τρόπος να μιλήσουμε γι’ αυτό που διαρκεί και γι’ αυτό που αλλάζει, για τις δυνάμεις που κυβερνούν τον κόσμο και για το πεπρωμένο που χλευάζει τη βούληση των ανθρώπων. Γιατί είναι ο μόνος τρόπος να εξορκίσουμε τη ματαίωση και να βιώσουμε την εκπλήρωση, να αναγνωρίσουμε τους ομοίους μας και να πορευτούμε μαζί τους στο σκοτάδι. Αυτές οι τέσσερις ιστορίες.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 52, στις 24 Νοεμβρίου 2018.

Η αφήγηση του εαυτού

ΣΤΑ ΔΥΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ σημειώματα έγραφα για τη βαρύνουσα πολιτισμική σημασία του κινηματογραφικού μοντάζ. Η εξοικείωσή μας με την κινηματογραφική διεπαφή αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο αποκωδικοποιούμε τα μηνύματα του κοινωνικού μας πλαισίου. Θα μπορούσαμε άραγε να υποθέσουμε ότι έχει ανάλογη σημασία και για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας;

Chelsea Beck-The Atlantic.jpg

Τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνισή τους μια σειρά επιστημονικές δημοσιεύσεις που, μολονότι δεν σχετίζονται πάντοτε μεταξύ τους, έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Ενδεικτικά αναφέρω το βιβλίο της Marya Schechtman, Η σύσταση των εαυτών (1996)· το άρθρο του Jonathan Haidt, «Ο συναισθηματικός σκύλος και η έλλογη ουρά του» (2001)˙ την πειραματική εργασία των Soon, Brass και Heinze, «Ασυνείδητοι παράγοντες καθορισμού των ελεύθερων αποφάσεων στον ανθρώπινο εγκέφαλο» (2008)˙ και την εργασία του Luciano Floridi για την «Πληροφοριακή φύση της προσωπικής ταυτότητας» (2011). Καθεμιά και καθένας από αυτούς τους συγγραφείς έχουν δημοσιεύσει περισσότερες από μία εργασίες όπου επεξεργάζονται περαιτέρω τις απόψεις τους, και πολλοί ακόμα συγγραφείς προσεγγίζουν παρόμοια ζητήματα με εργαστηριακές και φιλοσοφικές αναλύσεις.

Ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών των εργασιών είναι «η αφηγηματική συγκρότηση του εαυτού». Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη θεώρηση, ο εαυτός δεν είναι αυτόνομος βουλητικός παράγοντας που καθορίζει τις πράξεις και τις αποφάσεις μας, αλλά έπεται των ήδη ειλημμένων αποφάσεων, ως αφήγημα που τις αιτιολογεί και τις κανονικοποιεί. Έχει ενδιαφέρον ότι το ίδιο μοτίβο εμφανίζεται σε διαφορετικά πεδία. Οι Soon, Brass και Heinze απέδειξαν με όρους νευροφυσιολογίας ότι οι κινητικές αποφάσεις προηγούνται της έλλογης σύλληψής τους, άρα ότι η δεύτερη, ενώ μοιάζει να είναι η αιτία τους, στην πραγματικότητα είναι η post factum αιτιολόγησή τους. Ο Haidt ισχυρίζεται ότι η ικανότητα λήψης ηθικών αποφάσεων αποτελεί εξελικτική κατάκτηση, την οποία μοιράζονται πολλοί ανώτεροι οργανισμοί, άρα ότι η αίσθηση της ηθικής υπευθυνότητας δεν αποτελεί αίτιο, αλλά εκ των υστέρων εκλογίκευση. Η Schechtman εισήγαγε την «άποψη για την αφηγηματική συγκρότηση του εαυτού» σύμφωνα με την οποία, η αίσθηση της ταυτότητας, της συνέχειας και της αυτενέργειας είναι αποτέλεσμα της αυτοβιογραφικής αφήγησης που συνδέει τα επεισόδια της ζωής του υποκειμένου – της κατά το μάλλον ή ήττον συνεκτικής ιστορίας που αφηγούμαστε κάθε φορά, σε αυτό το διαφορετικό που είμαστε κάθε φορά.

Ο Αλμπέρ Καμί έγραφε ότι ονομάζουμε αγάπη αυτό που μας δένει με ορισμένα πλάσματα βάσει του τρόπου που τα βλέπουμε, και για τον οποίο υπεύθυνη είναι η λογοτεχνία. Αν ισχύουν τα παραπάνω, θα μπορούσαμε άραγε να ισχυριστούμε ότι η εξοικείωση με την τέχνη του κινηματογραφικού μοντάζ είναι, κατ’ αναλογία, υπεύθυνη για τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας, μέσω των αυτοβιογραφικών αφηγήσεων που κατασκευάζουμε;

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 49, στις 13 Οκτωβρίου 2018.

Gender and the digital

BRIEF COMMUNICATION presented at the international workshop Women in the History of Science, Philosophy and Literature that took place in Syros, Greece, 12-14 July 2018.


The underlying question of this workshop is what do we learn if we adopt a gender-sensitive perspective, that we do not learn from the mainstream narratives in history of science, philosophy and literature? Stories of women who thrived in philosophy can surely be found in the mainstream history of philosophy – often combined with the politically-correct lament for the inferior status they enjoyed; but it is indeed difficult to find a history of philosophy that takes seriously into account the gendered ways of philosophizing. After all, philosophy is philosophy and science is science. Truth about the world and about being in the world does not depend on gender, class, race etc. It is a hard-core result that can be reached through various ways, but is always the same.

Of course, all of us who participate in this meeting know very well that this is an obsolete approach and that historiography has moved far beyond this point. However, we should not fool ourselves: Stories in the press, stories taught at schools, reproduced in the public sphere and even the commonsensical perception of history of science and philosophy have it this way. They defend women’s position and even assert their right to enjoy equal treatment by historians, but they are unable to escape the limits of the established perspective. If we take some distance from our disciplinary borders, we’ll soon come to realize that we are just an islet in an ocean of trivial feminism.

Continue reading