Σώμα 1.0

ΣΤΙΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ για το ζήτημα της προσωπικής ταυτότητας στον ψηφιακό χώρο συχνά δίνεται υπερβολική έμφαση στις νοητικές διεργασίες, ενώ υποβαθμίζεται η σημασία της ενσώματης παρουσίας. Οι συζητήσεις αυτές συνήθως περιστρέφονται γύρω από τους τρόπους με τους οποίους επαναπροσδιορίζεται η νόηση και η συνείδηση στο ψηφιακό πλαίσιο, ενώ το σώμα περιορίζεται στον ρόλο ενός παθητικού κελύφους, το οποίο είτε δεν λαμβάνει καθόλου μέρος στις ψηφιακές διεργασίες είτε αρχίζει να συμμετέχει σε αυτές μόνο στον βαθμό που και το ίδιο γίνεται «ηλεκτρονικό».

Η ταινία που πρώτη εντόπισε αυτή την ασυμμετρία ήταν το Ghost in the shell στην anime εκδοχή της του 1995. Μάλιστα, ενώ ο τίτλος της μοιάζει να επικυρώνει την καθιερωμένη δυϊστική αντίληψη, στην πραγματικότητα όλη η προβληματική της επικεντρώνεται στο ζήτημα της ενσώματης παρουσίας στην ψηφιακή επικράτεια. Το ενδιαφέρον είναι ότι, ενώ στα 20 χρόνια που μεσολάβησαν η συζήτηση γι’ αυτά τα θέματα μοιάζει να έχει προχωρήσει σε μεγαλύτερο βάθος, το ζήτημα της ενσώματης παρουσίας στην ψηφιακή επικράτεια παραμένει προσκολλημένο σε στερεοτυπικές αναπαραστάσεις, τόσο από την πλευρά των ψηφιακών σπουδών και της φιλοσοφίας όσο κι από την πλευρά της λαϊκής κουλτούρας.

Ένας βασικός λόγος γι’ αυτό είναι η –υποσυνείδητη ως επί το πλείστον– ταύτιση της σωματικότητας με την υλικότητα. Η υπόρρητη ιδέα που κυριαρχεί στις σχετικές συζητήσεις είναι ότι, εφόσον το σώμα αντιπροσωπεύει την υλικότητα στους αντίποδες της πνευματικότητας, η ενσώματη παρουσία στον ψηφιακό χώρο οφείλει να εγγράφεται σε υλικές δομές και διεργασίες. Στον βαθμό που κάτι τέτοιο είναι δύσκολο ή αδύνατο να επιτευχθεί, η σωματική διάσταση του ανθρώπου παραμένει ανενεργή και παθητική, όπως εξάλλου έχει ορίσει την έννοια της υλικότητας η νεότερη φιλοσοφία. Στην ταινία Matrix του 1999 οι ήρωες εισέρχονται στο ψηφιακό σύμπαν αφήνοντας πίσω ένα άδειο καλωδιωμένο κέλυφος, το οποίο μπορεί να υποστεί μόνο τα αποτελέσματα μιας πιθανής εγκεφαλικής κατάρρευσης.

Η συζήτηση τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί στην αναζήτηση πιο πειστικών τρόπων τεκμηρίωσης της ενσώματης παρουσίας στον ψηφιακό χώρο. Παραμένει όμως υπό την επήρεια δύο ισχυρών μεταφυσικών παραδοχών. Η μία είναι η ταύτιση της σωματικότητας με την υλικότητα· η άλλη είναι η παραδοχή ότι ο ψηφιακός χώρος αποτελεί ένα επέκεινα. Ως εκ τούτου, ο μόνος τρόπος σωματικής παρουσίας σε αυτό το ψηφιακό επέκεινα είναι μέσω της ενσωμάτωσης στην ειδική υλική υπόστασή του, δηλαδή μέσω της συγχώνευσης του ανθρώπινου σώματος με τα ηλεκτρονικά κυκλώματα της «μηχανής» ή του «δικτύου» (όπως, λόγου χάρη, επιχειρείται να γίνει με το bio-hacking).

Όλα αυτά αποτελούν πλευρές μια αναζήτησης, η οποία, στην προσπάθειά της να προσδιορίσει τη θέση του ανθρώπινου σώματος στον ψηφιακό χώρο, επερωτά θεμελιώδεις διακρίσεις τη νεωτερικότητας. Είναι άραγε δυνατό η αναζήτηση αυτή να οδηγήσει σε νέες μορφές θεώρησης της σωματικότητας, και ποιες είναι αυτές;

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 56, στις 26 Ιανουαρίου 2019.

Ανθρωπόκαινος

Η ΓΕΩΛΟΓΙΑ είναι πρόσφατη επιστήμη. Αναδύθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από τη μακρά και πολύμορφη παράδοση της Φυσικής Ιστορίας, που μελετούσε τα φαινόμενα της έμβιας και άβιας ύλης πάνω στη Γη. Η έγνοια που κινητοποίησε τον διαχωρισμό της Γεωλογίας από τη Φυσική Ιστορία αφορούσε την ηλικία της Γης. Οι χιλιαστικοί φόβοι για το τέλος της ανθρώπινης ιστορίας είχαν τροφοδοτήσει την ενασχόληση με το συγκεκριμένο θέμα επί δύο αιώνες τουλάχιστον. Ο ακριβής χρονικός προσδιορισμός της στιγμής της Δημιουργίας θα επέτρεπε στους ανθρώπους να γνωρίσουν με την ίδια ακρίβεια και τον χρόνο του τέλους, που σύμφωνα με μια διαδεδομένη εκείνη την εποχή άποψη θα ερχόταν 36.000 χρόνια αργότερα. Στα μέσα του 17ου αιώνα, ο James Ussher είχε προσδιορίσει τη στιγμή της Δημιουργίας στο 4.004 π.Χ. Πολύ γρήγορα, όμως, αυτός ο μετριοπαθής υπολογισμός χρειάστηκε να αναθεωρηθεί. Πρώτα για να ανέβει στα 70.000 χρόνια από τον Buffon και κατόπιν, με ενεργειακούς υπολογισμούς, στα 100.000.000 χρόνια.

Continue reading

Ηλεκτρισμός

ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ να ζήσουμε χωρίς ηλεκτρισμό. Ο ηλεκτρισμός αποτελεί τη βασική υλική συνθήκη του σύγχρονου πολιτισμού. Ακόμα και περιοχές που δεν καλύπτονται από το τερατώδες δίκτυο που αγκαλιάζει την επιφάνεια του πλανήτη, μπορούν να ενωθούν με αυτό χάρη στις φορητές συσκευές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η σύνδεση με το ηλεκτρικό δίκτυο αποτελεί προϋπόθεση για τη συμμετοχή στον πολιτισμό. Και, όμως, ο ηλεκτρισμός είναι μια πολύ πρόσφατη τεχνολογία. Πρακτικά, η χρήση του άρχισε να γενικεύεται στις αρχές του 20ού αιώνα και, λίγες μόνο γενιές αργότερα, έγινε τόσο αυτονόητη που δεν μπορούμε να διανοηθούμε έναν κόσμο χωρίς ηλεκτρισμό.

Το περίεργο είναι ότι ο ηλεκτρισμός ήταν γνωστός στους ανθρώπους για χιλιάδες χρόνια. Και για χιλιάδες χρόνια παρέμεινε ένα παράδοξο χωρίς ενδιαφέρον, χωρίς καμία χρησιμότητα. Ακόμα κι όταν άρχισε να μελετάται επιστημονικά στις αρχές του 18ου αιώνα, παρέμεινε μια φυσική παραδοξότητα, που χρησιμοποιήθηκε για λόγους εντυπωσιασμού και επίδειξης. Οι φυσικοί φιλόσοφοι της εποχής οργάνωναν παραστάσεις με αιωρούμενα παιδάκια, κυρίες με ανορθωμένα μαλλιά και στιβαρούς άντρες που εκτινάσσονταν από την εκφόρτιση ογκωδών πυκνωτών. Κανείς δεν απαίτησε ποτέ από τον ηλεκτρισμό κάτι περισσότερο από αυτό, για έναν ολόκληρο αιώνα. Διότι απλούστατα ο κόσμος δεν χρειαζόταν τις υπηρεσίες του: κανείς δεν είχε σκεφτεί να μετατρέψει τη νύχτα σε μέρα και κανείς δεν είχε ανάγκη την τεχνητή ψύξη (η οποία, εξάλλου, μάλλον όψιμα συνδέθηκε με τον ηλεκτρισμό).

Τι άλλαξε; Στις αρχές του 19ου αιώνα κάνει την εμφάνισή της μια ομάδα ανθρώπων που σταδιοδρομούν χάρη στις μηχανικές εφευρέσεις τους: οι εφευρέτες-επιχειρηματίες-μηχανικοί. Κάποιοι από αυτούς κατασκευάζουν και επιδεικνύουν ηλεκτρικές μηχανές και διατάξεις προσπαθώντας να πείσουν τα ακροατήριά τους, πρώτον, ότι ο ηλεκτρισμός είναι μια σπουδαία και χρήσιμη δύναμη και, δεύτερον, ότι ίδιοι είναι οι μόνοι που μπορούν να εξουσιάσουν και να ελέγξουν αυτή τη δύναμη. Ο ηλεκτρισμός ως χρήσιμη δύναμη (δεν υπάρχει ακόμα η έννοια της ενέργειας) και οι κύριοι του ηλεκτρισμού συμπαράγονται  μέσω μιας αμοιβαία νομιμοποιητικής διαδικασίας. Η κοινωνική καταξίωση των μηχανικών προάγει τη χρήση του ηλεκτρισμού και οι πρακτικές εφαρμογές του ηλεκτρισμού συμβάλλουν στην αναβάθμιση του κύρους των ειδημόνων-μηχανικών.

Το περιβάλλον του αναδυόμενου βιομηχανικού καπιταλισμού αποτελεί, ασφαλώς, ιδανικό πλαίσιο γι’ αυτή τη διαδικασία. Η τιθάσευση  του ηλεκτρισμού, όμως, δεν υπακούει σε κάποια ιστορική νομοτέλεια. Δεν είναι μια τεχνολογική ανακάλυψη που αργά ή γρήγορα θα γινόταν. Η ίδια η βιομηχανική παραγωγή θα χρειαστεί περισσότερο από έναν αιώνα για να ενσωματώσει πλήρως τον ηλεκτρισμό. Με άλλα λόγια, ο ηλεκτρισμός δεν έρχεται να επιλύσει κάποιο προϋπάρχον πρόβλημα της κοινωνίας ή της παραγωγής. Η χρήση του καθιερώνεται χάρη στο γεγονός ότι το δίδυμο τεχνολογία-ειδικοί επιλύει με επιτυχία τα προβλήματα που δεν θα υπήρχαν, αν το δίδυμο αυτό δεν είχε εδραιωθεί κοινωνικά.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 45, στις 14.7.2018.