Η εξουσία του λόγου

ΣΤΑ ΔΥΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ σημειώματα προσπάθησα να καταλάβω ποια μπορεί να είναι η μορφή του θεωρητικού λόγου στην εποχή του σύντομου λόγου. Και κατέληξα αφενός στη διερώτηση του συγγραφέα αν πρέπει να επωφεληθεί από την εμπειρία παλαιότερων μορφών σύντομης έκφρασης και, αφετέρου, στη διαπίστωση ότι τα ηνία στη διαμόρφωση του θεωρητικού λόγου τα έχει πλέον αναλάβει ο αναγνώστης. Δεν είναι, ασφαλώς, η πρώτη φορά που ο αναγνώστης εισβάλλει στην επικράτεια του συγγραφέα. Συνέβη τουλάχιστον άλλη μία φορά, τον 18ο αιώνα, όταν οι «ανυπόδητοι» συγγραφείς της Grub Street, με τις αυτοσχέδιες φιλοσοφικές τους πραγματείες, άρχισαν να αξιώνουν μια θέση στο πάνθεον των αναγνωρισμένων συγγραφέων. Τις άλλες φορές που συνέβη αυτή η εισβολή, όμως, ο αναγνώστης διεκδίκησε το δικαίωμα να εκφράσει άποψη για τη μορφή του θεωρητικού λόγου όχι ως αναγνώστης αλλά ως οιονεί συγγραφέας. Τώρα είναι διαφορετικά. Τώρα διατηρεί πεισματικά την ιδιότητά του, διευρύνοντας όμως το πεδίο δράσης της: Είναι αυτός που δημιουργεί το κείμενο διαβάζοντας. Κι αυτό είναι, ακριβώς, που μετατρέπει τον συγγραφέα σε content provider.

Η διερώτηση του συγγραφέα αν θα τον σώσει η προσφυγή στην ποίηση και τους αφορισμούς εκφράζει την εμμονή σε ένα παλαιότερο πρότυπο εξουσίας, που στη βιβλική εκδοχή του έφτασε να δηλώνει τον Θεό-Δημιουργό (auctor). Όμως, αυτή την εξουσία τη χάνει στο πλαίσιο της ψηφιακής συνθήκης. Και δεν τη χάνει επειδή τη μοιράζεται με τον αναγνώστη, τη γνώση του οποίου μέχρι τώρα διαφέντευε με τα γραπτά του. Τη χάνει επειδή τη μοιράζεται με άλλες «μορφές ζωής» που μπορούν να παράγουν λόγο στην ψηφιακή σφαίρα. Η δημιουργία του κειμένου δεν αποτελεί πλέον αποκλειστικό προνόμιο των ανθρώπων. Πρόσφατα γίναμε μάρτυρες των εντυπωσιακών επιδόσεων, σε αυτό το επίπεδο, των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης. Όμως, η απώλεια της ανθρώπινης πρωτοκαθεδρίας δεν χρειαζόταν να περιμένει την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Οι αλγόριθμοι αναζήτησης έχουν γράψει τα κείμενα που έχουν καθοδηγήσει τη σκέψη και τη δράση των ανθρώπων τρισεκατομμύρια φορές μέχρι σήμερα. «Γράφουν» διαφορετικά – σύμφωνοι·  αλλά γράφουν! Και οι σάγκες του παρελθόντος παραμερίζονται από τις αφηγήσεις που παράγονται μέσω της αλληλεπίδρασης δυνητικών κόσμων, αλγορίθμων και παικτών στο πλαίσιο των ψηφιακών παιχνιδιών.

Ο άνθρωπος-συγγραφέας γίνεται μία από τις έλλογες μορφές που παράγουν τα δομικά στοιχεία του λόγου στην ψηφιακή σφαίρα, ενώ η εξουσία της γραφής περνάει στον αναγνώστη. Ούτως ή άλλως, η γραφή πάντοτε ήταν σύνθεση έτοιμων δομικών στοιχείων. Η συναρμογή των λέξεων υποτίθεται ότι αποτελούσε έκφραση της αυθεντικής σκέψης του συγγραφέα κι αυτό ήταν που της έδινε το ιδιαίτερο κύρος της. Η συνθήκη αυτή αλλάζει. Ο αναγνώστης συνθέτει τα κείμενά του χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη όχι γράμματα και λέξεις, αλλά τα προϊόντα της συλλογικής νοημοσύνης που βρίσκονται στον Παγκόσμιο Ιστό. Έτσι, η ανάγνωση δεν επανεπινοεί μόνο τη γραφή, αλλά και το ίδιο το υποκείμενο της σκέψης.

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 158, στις 10 Ιουνίου 2023.

Image credit: Nathan Sawaya, 2014.

Επιστήμη και Λογοτεχνία

Στις 19 Μαΐου, έγινε στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών η παρουσίαση των 11 πρώτων τόμων των ψηφιακών εκδόσεων του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών. Είχα κληθεί να μιλήσω για το έργο Science and Literature που επιμελήθηκαν ο Κώστας Ταμπάκης και ο Γιώργος Βλαχάκης. Το έκανα με μεγάλη χαρά, όχι μόνο γιατί οι επιμελητές είναι καλοί φίλοι, αλλά κι επειδή το πεδίο που επιχειρούν να οριοθετήσουν είναι εξαιρετικά πρωτότυπο και ενδιαφέρον.

Το έργο αποτελείται από δύο τόμους. Η οργάνωση του κάθε τόμου είναι διαφορετική. Τα άρθρα του πρώτου τόμου κατανέμονται σε τρεις κατηγορίες: Φαντασία, Ιατρική και Χώροι. Τα άρθρα του δεύτερου τόμου κατανέμονται σε δύο κατηγορίες: Ποίηση και Πεζός Λόγος. Ασφαλώς η διάκριση αυτή είναι συμβατική και εξυπηρετεί εκδοτικές σκοπιμότητες. Για παράδειγμα, το κείμενο για το Cosmicomics του Italo Calvino, που είναι ενταγμένο στην ενότητα Πεζός Λόγος, θα μπορούσε κάλλιστα να ενταχθεί στην ενότητα Φαντασία, όπως και το κείμενο για τον αφασικό λόγο του Μπέκετ θα μπορούσε να ενταχθεί στην ενότητα Ιατρική. Φαίνεται, ωστόσο, ότι οι επιμελητές θέλησαν να κάνουν μια διπλή δήλωση με την εκδοτική επιλογή τους: Αφενός, ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να ταξινομηθούν οι μελέτες για τις σχέσεις επιστήμης και λογοτεχνίας: Θεματικοί (φαντασία, ιατρική, cyberpunk, φύλο, χωρόχρονος, γλώσσα κ.λπ.) και Μορφολογικοί (ποίηση, πρόζα, δοκίμιο). Αφετέρου, ότι το ίδιο το πεδίο των σπουδών επιστήμης και λογοτεχνίας είναι ένα ευρύ και δυναμικό πεδίο που τέμνει εγκάρσια διάφορες γνωστικές και αισθητικές επικράτειες (θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να σκεφτούμε ένα ερευνητικό εγχείρημα που ξεδιπλώνεται στη διεπαφή ποίησης και νευροεπιστημών).

Continue reading

Υπερκείμενο

ΟΠΩΣ έγραφα στο προηγούμενο σημείωμα, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι σε όλη την ιστορία της γραφής το κείμενο παρέμεινε δεσμευμένο στην αισθητική της σελίδας, του παραλληλόγραμμου που έδινε νοηματική συνέχεια και μορφολογική αυτοτέλεια στην ανθρώπινη σκέψη. Από αυτή την άποψη, το ψηφιακό υπερκείμενο εγκαινιάζει μια ριζικά νέα συνθήκη. Μολονότι η ψηφιακή διεπαφή παραμένει κι αυτή δέσμια της αισθητικής της σελίδας, το κείμενο δραπετεύει από τα όρια του παραλληλογράμμου. Το υπερκείμενο δεν είναι ποτέ εκεί, δεν είναι ποτέ αυτοτελές και πλήρες. Διαχέεται στην ψηφιακή επικράτεια και η ανάγνωσή του απαιτεί τη συνεχή μετακίνηση από τη μία τοπικότητα στην άλλη. Η σημαντικότερη συνέπεια αυτής της συνθήκης είναι ότι το κείμενο παύει να είναι μοναδικό.

Το ξέρουμε, ασφαλώς, ότι οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες, ανάλογα με τις προσλαμβάνουσες και τις προσδοκίες τους, παράγουν διαφορετικές νοηματικές εκδοχές του ίδιου κειμένου. Ωστόσο, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, το κείμενο ήταν πάντα ένα, μια καλά καθορισμένη υλικότητα στην οποία επιστρέφαμε (ή την οποία αναζητούσαμε) προκειμένου να βρούμε το «αυθεντικό» νόημα. Στην εποχή του υπερκειμένου, αυτή η μοναδικότητα αίρεται και τη θέση της παίρνει μια δέσμη δυνατών διαδρομών στον ψηφιακό χώρο, μέσω των οποίων οι αναγνώστες συνθέτουν τα δικά τους κείμενα. Η κίνηση ή, ακριβέστερα, η πλοήγηση του υποκειμένου στην ψηφιακή επικράτεια οδηγεί στην παραγωγή διαφορετικού πρωτοτύπου κάθε φορά. Το μόνο κείμενο που είναι κοινό για όλους, το μόνο κείμενο που είναι πραγματικά εκεί, είναι το σύνολο των μέσων του ιστού –γραπτά, ηχητικά και οπτικά τεκμήρια–, που συνθέτουν ένα χαοτικό και διαρκώς μεταβαλλόμενο σύμπαν, από το οποίο οι άνθρωποι εξορύσσουν νοήματα.

Οι αναγνώστες, βέβαια, δεν πλοηγούνται μόνο. Παράγουν και οι ίδιοι περιεχόμενο, μέσω του οποίου αποτυπώνουν στον ιστό την εμπειρία τους και ανασημασιοδοτούν την ήδη εγγεγραμμένη εμπειρία άλλων. Το όριο ανάμεσα στον συγγραφέα και τον αναγνώστη έχει, ασφαλώς, καταλυθεί από τα χρόνια του Διαφωτισμού. Κάθε αναγνώστης είναι έκτοτε και ένας εν δυνάμει συγγραφέας. Τώρα, όμως, καταλύεται κι ένα άλλο όριο, εκείνο ανάμεσα στο κείμενο και το υπόμνημα. Το ψηφιακό κείμενο συγκροτείται από προσθήκες, διορθώσεις, σχόλια, παρεκβάσεις, επιφωνήματα… Παραμένει διαρκώς ανοικτό και ανολοκλήρωτο, περιμένοντας (και προσκαλώντας) της συμβολή των αναγνωστών στην περαιτέρω διαμόρφωσή του. Οι συμπαγείς μορφές γραπτής έκφρασης, όπως το μυθιστόρημα και το δοκίμιο, παραχωρούν τη θέση τους σε αποσπασματικές αφηγήσεις, αυθόρμητες αξιολογικές κρίσεις, αυτοσχέδιες εννοιολογικές συσχετίσεις – έναν διαρκή υπομνηματισμό της πραγματικότητας και των αναπαραστάσεών της. Το κείμενο μετατρέπεται από αντικείμενο σε διαδικασία και ο συγγραφέας από δημιουργό σε συνομιλητή.

Αν, λοιπόν, το γραπτό κείμενο αποτέλεσε το πρότυπο των τρόπων με τους οποίους το νεωτερικό υποκείμενο αντιλαμβάνεται τον κόσμο και τον εαυτό του –του βιβλίου της φύσης και της αυτοβιογραφικής αφήγησης–, ποια είναι τα νέα πρότυπα που αναδύονται κατά τη μετάβαση στην ψηφιακότητα;

Δημοσιεύτηκε στο Πρίσμα αρ. 73, στις 25 Οκτωβρίου 2019.

IMAGE CREDIT: KRUPA MISTRY, REDACTED TEXT.